Οταν ο Φρανκ Λαντζέλα συνάντησε τον Ρίτσαρντ Νίξον

30.01.2009
Σχετικά άγνωστος στο ευρύ κοινό ο εξαιρετικός καρατερίστας ηθοποιός περνά φέτος σε ρόλο πρωταγωνιστικό, υποδυόμενος τον Πρόεδρο Νίξον στην ταινία του Ρον Χάουαρντ «Φροστ/ Νίξον: Η Αναμέτρηση» και διεκδικεί ένα Όσκαρ.

Κείμενο- Συνέντευξη: Ορέστης Ανδρεαδάκης

Σχετικά άγνωστος, τουλάχιστον σε όσους δεν έχει τύχει ποτέ να τον απολαύσουν σε κάποιο από τα πολλά θεατρικά του επιτεύγματα, ο εξαιρετικός καρατερίστας ηθοποιός περνά φέτος σε ρόλο πρωταγωνιστικό, υποδυόμενος τον Πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον στην ταινία «Φροστ/ Νίξον: Η Αναμέτρηση» του Ρον Χάουαρντ, σημειώνοντας μια από τις κορυφαίες ερμηνείες της χρονιάς και φτάνοντας για πρώτη φορά στην καριέρα του (και απολύτως δικαιολογημένα) μέχρι τα Οσκαρ.

Ψηλός, πάνω από 1.90, με τεράστια και πολύ εκφραστικά χέρια και ύφος απόμακρο και αριστοκρατικά παλιομοδίτικο. Ετών 71, αν και υπάρχουν βιογραφίες που τον αναφέρουν 69. Στο σινεμά παίζει κυρίως δεύτερους ρόλους και θεωρεί τον εαυτό του περισσότερο θεατρικό ηθοποιό, δύο από αυτούς όμως θα μείνουν στην ιστορία: ο «Δράκουλας» του Τζον Μπάνταμ το 1979 και ο Πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον στο «Φροστ/ Νίξον:Η Αναμέτρηση» του Ρον Χάουαρντ.

Θεατρικό του Πίτερ Μόργκαν, το «Φροστ/ Νίξον» παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο Λονδίνο από τον Λαντζέλα και τον Μάικλ Σιν, μετά πέρασε στο Μπρόντγουεϊ, με τους ίδιους πρωταγωνιστές και τώρα έγινε ταινία. Η οποία αναβιώνει τη θρυλική συνέντευξη που έδωσε ο Νίξον το καλοκαίρι του 1977 -τρία χρόνια μετά την παραίτησή του- στον Βρετανό τηλεπαρουσιαστή Ντέιβιντ Φροστ, ομολογώντας επιτέλους ότι το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ ήταν δικό του φταίξιμο.

Ο Φρανκ Λαντζέλα έχει πάρει τρεις φορές το θεατρικό βραβείο Τόνι, η τελευταία το 2007 για το «Φρόστ/Νίξον» κι ήταν δυο φορές υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα: το 1970 και φέτος για το κινηματογραφικό «Φροστ/Νίξον». Τον συνάντησα στο Λονδίνο πριν από τρεις μήνες.

Ποιος ήταν ο αληθινός Ρίτσαρντ Νίξον; Τον ρώτησα γνωρίζοντας ότι, από την εποχή του θεατρικού, είχε κάνει μια τεράστια έρευνα: συνάντησε συνεργάτες του πρώην Προέδρου, διάβασε βιβλία και έγγραφα, επισκέφθηκε τη βιβλιοθήκη και το σπίτι του. «Ενας καθολικά νευρωτικός άνθρωπος» μου απάντησε. «Επίσης ήταν ανασφαλής, αλαζών, φοβισμένος και τρομερά παρανοϊκός».

Η συνάντησή μας έγινε λίγες μέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου κι έτσι προσπάθησα να εκμαιεύσω την πολιτική του θέση, ο Λαντζέλα όμως το απέφυγε: «Ποτέ δεν θα μιλούσα πολιτικά για το πού ανήκω» μου είπε.

Αυτό που μου έκανε τρομερή εντύπωση στην ερμηνεία του Λαντζέλα είναι ότι δεν προσπάθησε να μιμηθεί τα εξωτερικά χαρακτηριστικά (ή, για την ακρίβεια, τα υποτιθέμενα εξωτερικά χαρακτηριστικά) του Νίξον, αλλά έμεινε στην ουσία, αναδεικνύοντας όλες τις πτυχές της προσωπικότητάς του. «Το σημαντικό για μένα» μου είπε «είναι να βρεις την ουσία, το ειδικό βάρος ενός προσώπου κι όχι να το μιμηθείς». Οι οσκαρικές ερμηνείες, βέβαια, βασίζονται κυρίως στη μίμηση κι όχι στην ουσία, ο Λαντζέλα πάντως ελπίζει, τουλάχιστον, σε μια υποψηφιότητα, αφού το Οσκαρ μοιάζει άπιαστο.

Λίγες, πάντως, είναι οι διαφορές ανάμεσα στο θεατρικό και την ταινία. «Μπορείς να κάνεις διάφορα πράγματα σε μια ταινία που δεν θα μπορούσες να κάνεις ποτέ στη σκηνή» λέει ο Λαντζέλα «γιατί θα πρέπει να φτάσεις σε όσους κάθονται είκοσι σειρές μακριά ή στην περίπτωση των μεγαλύτερων θεάτρων, σε πραγματικά μεγάλη απόσταση. Στο Ντόνμαρ, όπου πρωτοπαίξαμε το έργο, ήταν σαν να κάναμε ταινία κατά κάποιον τρόπο γιατί το κοινό ήταν ελάχιστο (σ.σ. το θέατρο, που βρίσκεται στο Covent Garden, έχει τεράστιο κύρος, αλλά μόλις 250 θέσεις). Πάντως, όταν είσαι μπροστά στην κάμερα είναι πιο χαλαρωτικά. Οσο για την ίδια την ιστορία έχει επεκταθεί για να συμπεριλάβει προσωπικές στιγμές των κεντρικών χαρακτήρων, έτσι ώστε να καταλάβουμε τι σκέφτεται ο καθένας από αυτούς και να ακολουθήσουμε τη συναισθηματική πορεία τους.

Κι οι πραγματικές συνεντεύξεις πώς ήταν; Τον ρωτάω αν τις θυμάται; «Μου άρεσε να λέω σε όλους τους ηθοποιούς» μου απαντά «ότι ήμουν ο μόνος που είχε γεννηθεί κατά τη διάρκεια των πραγματικών συνεντεύξεων! (γέλια) Το 1977, ήμουν ένας νέος ηθοποιός που ζούσε στη Μασαχουσέτη. Ηταν ένα τεράστιο γεγονός. Νομίζω πως το παρακολούθησαν περίπου σαράντα εκατομμύρια κόσμος. Ηταν τόσο μεγάλο που θυμάμαι ότι μας αποδέσμευσαν από την πρόβα και μας είπαν ότι μπορούμε να πάμε πίσω και να το παρακολουθήσουμε. Τώρα, κανείς δεν θα έκανε κάτι τέτοιο, γιατί μπορείς πια να το γράψεις και να το παρακολουθήσεις αργότερα. Και σίγουρα επειδή η τηλεόραση θα φρόντιζε να το δείχνει καθημερινά για πολλές μέρες μετά. Τότε μπορούσες να το δεις μόνο εκείνη τη στιγμή. Επρεπε να βρίσκεσαι μπροστά στην τηλεόραση, τη σωστή στιγμή».

Αλλαξε λίγο την ιστορία ο Ντέιβιντ Φροστ με αυτές τις συνεντεύξεις; «Οχι, δεν νομίζω ότι άλλαξε την ιστορία. Νομίζω ότι συνέλαβε τέσσερα εξαιρετικά σημαντικά λεπτά της ζωής του Ρίτσαρντ Νίξον. Το μεγαλύτερο μέρος των συνεντεύξεων είναι αρκετά βαρετό γιατί έχει να κάνει με την εξωτερική πολιτική. Αυτό που έκανε διάσημες αυτές τις συνεντεύξεις, λοιπόν, ήταν αυτά τα τέσσερα εξαιρετικά λεπτά στα οποία ο Νίξον ομολογεί μια άδικη πράξη».