The International

16.02.2009
Aδιάφθορος πράκτορας της Interpol αναλαμβάνει με μία αμερικανίδα εισαγγελέα να αποκαλύψουν τις βρώμικες υποθέσεις μίας τράπεζας, ανακαλύπτοντας σκοτεινές υποθέσεις εμπορίου όπλων και τρομοκρατίας.
Το έχουμε ξαναδεί. Την πυρετώδη κινηματογράφηση του ανθρωποκυνηγητού, τις φρενήρεις καταδιώξεις με τα αυτοκίνητα, το πλάνο από το στόχαστρο του πληρωμένου εκτελεστή, το κλείσιμο του τηλεφώνου στη Νέα Υόρκη και την άμεσή μας προσγείωση σε Βερολίνο, Λονδίνο, Μιλάνο - με την ανάλογη «στρατιωτική» γραμματοσειρά να υποδηλώνει πού βρισκόμαστε.

Το έχουμε ξαναδεί. Αξύριστοι ξενυχτισμένοι ντετέκτιβ, πάνω από χαρτούρα που τους υποδεικνύει το επόμενο κλου, ψάχνουν με ημίτρελο βλέμμα τα τηλέφωνά τους για κοριούς, συναντιούνται με πληροφοριοδότες σε γκαράζ, πάρκα, ταράτσες, πλατείες, βλέπουν τους συνεργάτες τους να πέφτουν νεκροί, ταξιδεύουν στα πέρατα της γης για μια μαρτυρία, φέρουν διαφορετικό όνομα σε κάθε διαβατήριο και δεν πολεμάνε μόνο το σατανικό αντίπαλο του συστήματος αλλά και το ίδιο το σύστημα - πολύ απλά γιατί κανείς ανώτερός τους δεν πιστεύει στην «παγκόσμια συνωμοσία». Ή γιατί όλοι αποτελούν αδιάσπαστο κρίκο της.

«Οι τράπεζες ξεπλένουν βρώμικο χρήμα και χρηματοδοτούν τρομοκρατικές οργανώσεις και πολέμους στη Μέση Ανατολή». Αυτό προσπαθεί να αποδείξει ο πράκτορας, και μαύρο πρόβατο της Ιντερπολ, Λούις Σάλιντζερ, ξετυλίγοντας το νήμα που ενώνει μία βελγική τράπεζα με εγκληματικές ενέργειες των τελευταίων χρόνων.


Ισως ζούμε σε κυνικότερες εποχές από τις «Τρεις Μέρες του Κόνδορα» ή της «Υπόθεσης Πάραλαξ», αλλά σ’ αυτό το σημείο θέλουμε να σηκωθούμε από την καρέκλα μας και να χαστουκίσουμε τον Κλάιβ Οουεν. Καλά, γι’ αυτό τρέχαμε τόση ώρα; Ποιος δεν το γνωρίζει αυτό στον σύγχρονο δυτικό κόσμο; Δεν το κάνουμε, όμως, γιατί τον λυπόμαστε έτσι όπως τριγυρνά ταλαιπωρημένος και βαθυστόχαστος, προσπαθώντας να εξισορροπήσει την οπτική σπατάλη της παραγωγής, με την υποκριτική στιβαρότητα ενός σκεπτόμενου action hero.

Μόνο που, Κλάιβ, σε έχουμε ξαναδεί σ’ αυτό ρόλο - και ήσουν καλύτερος. Οχι ούτε ο «διεθνής» Οουεν ούτε η πρώτη απόπειρα του Τίκβερ να γίνει παγκόσμιος (η ταινία αποτελεί την έναρξη συνεργασίας του με τα χολιγουντιανά στούντιο) έσωσαν αυτή τη σοβαροφανή εξτραβαγκάνζα από το «τελεσίγραφο» της υπεροχής του ανταγωνισμού. Με μία εξαίρεση. Η 15λεπτη «κονσέρτο για πολυβόλα» καταδίωξη στο ελικοειδές εξαώροφο εσωτερικό του μουσείου Guggenheim (ή μάλλον στην εντυπωσιακή ρέπλικά του) αποτελεί σεκάνς ανθολογίας και installation έμπνευσης σε μία προβλέψιμη περιπέτεια.


Πανάκριβη παραγωγή, γυρίσματα στη μισή υφήλιο, εισαγόμενος σκηνοθέτης. Αποτέλεσμα; Ενα υπό-Τζέιμς Μποντ, υπό-Τζέισον Μπορν κακέκτυπο.



ΠΟΛΥ ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ