Μήπως έχεις αναιμία;

23.10.2015
Πολλές φορές ακούμε από τους γύρω μας τις φράσεις «μου έπεσε ο αιματοκρίτης», «ζαλίζομαι», «τα πόδια μου είναι κρύα», «χρειάζομαι σίδηρο, έχω αναιμία». Τι είναι όμως η αναιμία και πώς μπορεί να προκύψει; Για να μην έχεις απορίες, διάβασε τι λένε οι ειδικοί.

Οι αιτίες της αναιμίας είναι πολλές και ποικίλες. Στη βρεφική και παιδική ηλικία (2-5 ετών) η κύρια αιτία είναι η σιδηροπενία (έλλειψη σιδήρου). Επίσης συχνά εμφανίζουν σιδηροπενική αναιμία τα κορίτσια στην εφηβική ηλικία, μετά την έναρξη της εμμήνου ρύσεως. Άλλη συχνή αναιμία είναι και η μεγαλοβλαστική (που παρουσιάζεται εξαιτίας της έλλειψης φυλλικού οξέος και βιταμίνης Β12), ενώ μια ακόμα γνωστή, ιδιαίτερα στην περιοχή μας, είναι η μεσογειακή αναιμία (θαλασσαιμία). Πρόκειται για κληρονομική νόσο του αίματος, που μπορεί να εμφανίζεται με διαφορετική κλινική μορφή (ήπια ή πιο βαριά). Όπως εξηγούν από την Ελληνική Αιματολογική Εταιρεία: Αυτό που χαρακτηρίζει την αναιμία γενικότερα είναι η ελάττωση του αριθμού των ερυθρών αιμοσφαιρίων στο αίμα ή η μικρή περιεκτικότητά τους σε αιμοσφαιρίνη, της ουσίας δηλαδή που δίνει στα αιμοσφαίρια το κόκκινο χρώμα τους και μεταφέρει το οξυγόνο στους ιστούς.

1. Σιδηροπενική, η συνηθέστερη μορφή αναιμίας

Αιτίες που την προκαλούν: Εκτός από ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων που γεννιούνται με ανεπάρκεια σιδήρου, μια πολύ συχνή αιτία είναι η μεγάλη ποσότητα αίματος που μπορεί να χάνει μια γυναίκα με την περίοδό της. Η σιδηροπενική αναιμία μπορεί επίσης να δημιουργηθεί και από εσωτερικές αιμορραγίες, οι οποίες προέρχονται από αιμορροΐδες, πολύποδες, έλκη, καρκίνους κ.ά.

Ποια είναι τα συμπτώματά της: Η έλλειψη σιδήρου από τον οργανισμό εμφανίζεται με κόπωση, γενική αδυναμία και εξάντληση. Ακόμα, μπορούν να παρουσιαστούν πονοκέφαλοι (με αίσθημα πίεσης), ίλιγγος και βούισμα στα αυτιά.

Πώς αντιμετωπίζεται: Την έλλειψη σιδήρου (σιδηροπενία) στον οργανισμό μπορούν κατά κάποιον τρόπο να την καλύψουν αρκετά τρόφιμα, κυρίως όμως το μοσχαρίσιο κρέας και το συκώτι. Καλές πηγές σιδήρου είναι επίσης τα αβγά, τα ψάρια αλλά και ο χυμός πορτοκαλιού, επειδή βοηθά στην απορρόφηση του σιδήρου. Αντίθετα με την κοινή αντίληψη, οι φακές και το σπανάκι είναι φτωχότερες πηγές, επειδή ο σίδηρος των ζωικών τροφών απορροφάται πολύ καλύτερα απ' ό,τι των φυτικών τροφών. Αλλωστε αυτός είναι ο λόγος που η σιδηροπενική αναιμία εμφανίζεται συχνά στους φανατικούς φυτοφάγους.

Προσοχή: Η σιδηροπενία διαπιστώνεται με εξετάσεις αίματος που συνήθως εμφανίζουν χαμηλό αιματοκρίτη (δηλαδή μειωμένο όγκο ερυθρών αιμοσφαιρίων). Τότε χρειάζεται ιατρική συμβουλή για τον τρόπο θεραπείας, που τις περισσότερες φορές είναι χορήγηση σιδήρου από το στόμα και διατροφική ενίσχυση του οργανισμού με τροφές πλούσιες σε σίδηρο. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο σίδηρος μπορεί να χορηγηθεί και με ενέσεις.

2. Αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος και βιταμίνης Β12

Αιτίες που την προκαλούν: Συνήθως η μεγαλοβλαστική αναιμία οφείλεται σε έλλειψη της βιταμίνης Β12 ή του φυλλικού οξέος (πολλές φορές και των δύο μαζί). Κυριότερη αιτία για την ανε­πάρκεια της βιταμίνης ΒΙ2 είναι η κακή απορρόφησή της, η οποία μπορεί να οφείλεται σε ατροφία του βλεννογόνου του στομά­χου, σε ανάπτυξη βακτηριδίων στο έντερο, σε χρόνιες διάρροιες ή σε λήψη φαρμάκων. Για παράδειγμα, η χρόνια χρήση αντιόξινων μπορεί να αλλάξει το ph του στομάχου και να μεταβάλει την απορρόφηση της Β12. Επίσης, η γαστρική χειρουργική επέμβαση παράκαμψης καθιστά δυνατή τη μεταβολή της απορρόφησης της Β12. Σε ό,τι αφορά την ανεπάρκεια φυλλικού οξέος, οι πιο συχνοί παράγοντες που ενοχοποιούνται είναι η κακή διατροφή και η κατάχρηση αλκοόλ (αφού η παρουσία του αλκο­όλ στο αίμα ευνοεί τη δημιουργία χημικών ενώσεων που περιορί­ζουν την απορρόφηση).

Ποια είναι τα συμπτώματά της: Τα συνήθη συμπτώματα της μεγαλοβλαστικής αναιμίας είναι κόπωση, λήθαργος, αίσθημα αδυναμίας ή λιποθυμίας, δύσπνοια, πονοκέφαλος, μούδιασμα χεριών και ποδιών, μια τροποποιημένη αίσθηση της γεύσης, βουητό στα αυτιά, πόνος στη γλώσσα, δυσπεψία και διάρροια.

Πώς αντιμετωπίζεται: Για να εξασφαλίσουμε το φυλλικό οξύ στον οργανισμό χρειάζεται να καταναλώνουμε πράσινα λαχανικά, κρέας, πουλερικά., συκώτι από κοτόπουλο κ.ά. Η έλλειψη φυλλικού οξέος αποκαθίσταται εύκολα με τη χορήγηση δισκίων από το στόμα ή και σε μορφή ενέσεων ύστερα από ιατρική εντολή. Σε περίπτωση εγκυμοσύνης το φυλλικό οξύ χορηγείται και προληπτικά. Όσο για τη βιταμίνη Β12, βρίσκεται κυρίως σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης αλλά και στα εμπλουτισμένα δημητριακά, στις πολυβιταμίνες, καθώς και σε άλλα διατροφικά συμπληρώματα. Στις καλές πηγές της Β12 περιλαμβάνονται το κρέας, τα πουλερικά, τα αβγά, τα οστρακοειδή, το γάλα, καθώς και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα.

Προσοχή: H μεγαλοβλαστική αναιμία διαπιστώνεται με γενικές εξετάσεις αίματος. Ο αριθμός των ερυθρών αιμοσφαιρίων εμφανίζεται μειωμένος και το σχήμα τους είναι μεγάλο και ωοειδές αντί στρογγυλό και δισκοειδές. Επίσης μέσω βιοχημικών εξετάσεων γίνεται έλεγχος της συγκέντρωσης της βιταμίνης Β12 και του φυλλικού οξέος στο αίμα.

3. Mεσογειακή αναιμία, μια κληρονομική νόσος

Αιτίες που την προκαλούν: H μεσογειακή αναιμία προκαλείται από ανωμαλίες των ερυθρών αιμοσφαιρίων που μεταβιβάζονται από τους γονείς στα παιδιά. Υπάρχουν δύο μορφές μεσογειακής αναιμίας: η α και η β, η οποία θεωρείται και η σοβαρότερη. Η β-μεσογειακή αναιμία κληροδοτείται στο παιδί από γονείς που φέρουν το παθολογικό γονίδιο. Είναι δηλαδή φορείς. Ο φορέας της μεσογειακής αναιμίας έχει ένα φυσιολογικό και ένα παθολογικό γονίδιο σε όλα τα κύτταρά του. Οι φορείς δεν έχουν συμπτώματα της ασθένειας και ούτε πρόκειται να την αναπτύξουν. Όμως όταν οι δύο φορείς γίνονται γονείς, υπάρχουν οι εξής πιθανότητες: Σε ποσοστό 25% (1 στα 4) κάθε παιδί που αποκτούν να κληρονομήσει ένα παθολογικό γονίδιο από τον κάθε γονιό και να γεννηθεί με τη νόσο. Σε ποσοστό 50% (2 στα 4) κάθε παιδί τους να κληρονομήσει ένα φυσιολογικό και ένα παθολογικό γονίδιο και να είναι φορέας, όπως και οι γονείς του. Υπάρχει επίσης σε ποσοστό 25% (1 στα 4) η πιθανότητα το παιδί που θα γεννηθεί να μην έχει κανένα παθολογικό γονίδιο, κληρονομώντας μόνο τα φυσιολογικά γονίδια των δύο γονιών του.

Ποια είναι τα συμπτώματά της: Τα βασικά συμπτώματα της μεσογειακής αναιμίας είναι ωχρότητα, ατονία, προβλήματα στην ανάπτυξη του σκελετού. Τα συμπτώματα εκδηλώνονται συνήθως μετά τον πρώτο χρόνο ζωής του παιδιού.

Πώς αντιμετωπίζεται: Εφόσον ένα παιδί γεννηθεί τελικά με μεσογειακή αναιμία, θα χρειαστεί να ακολουθήσει θεραπευτική αγωγή με μεταγγίσεις αίματος και φάρμακα. Ωστόσο το πρώτο και σημαντικότερο βήμα για την αντιμετώπιση της μεσο­γειακής αναιμίας είναι η πρόληψή της. Οι ειδικοί επισημαίνουν συνε­χώς πόσο απαραίτητο είναι να γίνεται το τεστ για τη μεσογειακή αναιμία στην ενήλικη ζωή και σίγουρα πριν από την απόκτηση παιδιών. Στα ζευγάρια που είναι ετερόζυγα, δηλαδή που το παθολογικό γονίδιο υπάρχει στον έναν από τους δύο, συνιστάται προ­γεννητικός έλεγχος με αμνιοκέντηση μεταξύ της 10ης και της 20ής εβδομάδας.

Προσοχή: Σήμερα είναι εφικτή η πλήρης αποσιδήρωση του οργανισμού, που επιτρέπει στους ασθενείς να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να εφαρμόζεται με επιτυχία η μεταμόσχευση μυελού των οστών, με στόχο τα μονιμότερα αποτελέ­σματα της θεραπείας. Επίσης, σύντομα θα υπάρξουν θετικά αποτελέσματα για την οριστική θεραπεία της μεσογειακής αναιμίας από τις εφαρμογές της γονιδιακής θεραπείας. Το εγχείρημα είναι αρκετά δύσκολο, αλλά ήδη οι επιστήμονες έχουν σημειώσει επιτυχίες.

Η διάγνωση της αναιμίας

Για να διαπιστωθεί η αναιμία, χρειάζεται να γίνει αρχικά μια γενική εξέταση αίματος. Οι εξετάσεις των ατόμων με πρόβλημα αναιμίας δείχνουν κατά κανόνα:

  • Χαμηλά επίπεδα αιμοσφαιρίνης.
  • Μειωμένο αιματοκρίτη (κάτω από 40% στους άνδρες και 36% στις γυναίκες).
  • Χαμηλό αριθμό ερυθρών αιμο­σφαιρίων (μικρότερο από 4.500.000 στους άνδρες και 4.000.000 στις γυναίκες).

Εάν από τις πρώτες αιματολογικές εξετάσεις διαπιστωθεί πρόβλημα αναιμίας, ο γιατρός συνεχίζει με μια σειρά άλλων εξετάσεων, προκειμένου να εξακριβωθούν το είδος και η αιτία της αναιμίας.


Γιατί ο σίδηρος είναι τόσο σημαντικός στον οργανισμό;

Kυρίως επειδή συμμετέχει στη δημιουργία της αιμοσφαιρίνης. Η ουσία αυτή που είναι καθοριστική για το αίμα μεταφέρει το οξυγόνο στα διάφορα κύτταρα. Επιπλέον ο σίδηρος συμβάλλει στο μεταβολισμό των κυττάρων, στην ενίσχυση άμυνας του οργανισμού ενάντια στις λοιμώξεις αλλά και στη φυσιολογική λειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος. Όταν η ποσότητα σιδήρου που παρέχεται στον οργανισμό με τροφές δεν αρκεί για να καλύψει τις ανάγκες του, τότε ο οργανισμός αναγκάζεται να εξαντλήσει τα αποθέματά του σε σίδηρο για να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του. Έτσι, προκύπτει μείωση της αιμοσφαιρίνης και το αίμα δεν μπορεί πλέον να θρέψει και να οξυγονώσει σωστά τα κύτταρα του οργανισμού. Τότε μιλάμε για σιδηροπενική αναιμία.

Συνιστώμενες δόσεις: Σύμφωνα με τις συστάσεις του Συμβουλίου Τροφίμων και Διατροφής της Αμερικής (RDA), η συνιστώμενη καθημερινή δόση σε σίδηρο στα παιδιά, στους εφήβους, στις γυναίκες και στις μητέρες που θηλάζουν είναι 15 mg. Στην εγκυμοσύνη όμως απαιτούνται τα διπλάσια ποσά σιδήρου (30 mg), εξαιτίας των αναγκών του εμβρύου. Αξίζει να τονιστεί πως περίπου 1 mg σιδήρου κάθε μέρα χάνεται από τα ούρα, τα κόπρανα και τον ιδρώτα, ενώ μόνο το 10% που προσλαμβάνεται με την τροφή απορροφάται τελικά από τον οργανισμό.

ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΤΑ ΒΕΛΩΝΗ

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Αρμονία, τεύχος 171

Update: Οκτώβριος 2015.