Είδαμε την "Δεσποινίδα Τζούλια" με Γουλιώτη- Λιγνάδη (***1/2)

14.06.2012
Έχετε δει ποτέ τη Δεσποινίδα Τζούλια να εισβάλλει και να οργώνει τη σκηνή κοκκινομάλλα, με ρόλερς, κορδέλα ρυθμικής και μπλε ιλεκτρίκ εφαρμοστό μίνι φόρεμα; Και όμως έτσι πρωτοεμφανίστηκε η Τζούλια- Στεφανία Γουλιώτη στο εμβληματικό έργο του Αυγούστου Στρίντμπεργκ υπό τη σκηνοθετική ματιά του Δημήτρη Λιγνάδη.

Έχετε δει ποτέ τη Δεσποινίδα Τζούλια να εισβάλλει και να οργώνει τη σκηνή κοκκινομάλλα, με ρόλερς, κορδέλα ρυθμικής και μπλε ιλεκτρίκ εφαρμοστό μίνι φόρεμα; Και όμως έτσι πρωτοεμφανίστηκε η Τζούλια- Στεφανία Γουλιώτη στο εμβληματικό έργο του Αυγούστου Στρίντμπεργκ υπό τη σκηνοθετική ματιά του Δημήτρη Λιγνάδη.

Το έργο διαδραματίστηκε στον αχανή χώρο της Πειραιώς 260. Στην τεράστια, σχεδόν άδεια σκηνή, δεσπόζουν λίγα μόνο αντικείμενα. Ένα μπαρ- κουζίνα, ψηλά σκαμπό, μια διακεκομμένη σειρά θεατρικών καθισμάτων, μια τηλεόραση με μία πολυθρόνα απέναντί της, ένα μπουντουάρ, ένα τυλιγμένο λάστιχο, μία μεταλλική σκαλωσιά που καταλήγει σε έναν πίνακα με χιονισμένα βουνά… Όλα αυτά αποκτούν μία ξεχωριστή ατμόσφαιρα με τη συνοδεία των έξοχων ρυθμικών φωτισμών του Σάκη Μπιρμπίλη.

Ο Λιγνάδης μας χάρισε μία διαφορετική «Δεσποινίδα Τζούλια». Μολονότι ακολούθησε –σχεδόν- πιστά το αριστούργημα του Στρίντμπεργκ και έδωσε «χώρο» στο λόγο και τους διαλόγους των δύο κεντρικών πρωταγωνιστών, με τις σκηνοθετικές παρεμβολές του τού χάρισε νέα πνοή.

Το ξεκίνημα; Εμπνευσμένο. Ένα απόσπασμα από τη Βίβλο για το προπατορικό αμάρτημα που το αναγιγνώσκει η Κριστίν - Μαρία Πρωτόπαπα.

Η συνέχεια; Σπιρτόζα. Διάλογοι καθαροί – ίσως σε μερικά σημεία υπερβολικά στυλιζαρισμένοι- που όμως αποπνέουν χιούμορ, τονίζουν τις ψυχολογικές διακυμάνσεις των ηρώων και αναδεικνύουν αφενός μεν την αέναη πάλη των δύο φύλων, αλλά και τη σύγκρουση των δύο βασικών κοινωνικών τάξεων, της λαϊκής και της αριστοκρατικής.

Το τέλος; Επίσης εμπνευσμένο, με τους τρεις ήρωες καθισμένους στα σκαμπό, αντιμέτωπους με το κοινό, να απαγγέλουν απλώς τις τελευταίες αράδες του έργου.

Η Στεφανία Γουλιώτη ως Δεσποινίδα Τζούλια έδωσε μία ξεχωριστή ερμηνεία, αλλά και μία διαφορετική υπόσταση στην ηρωίδα του Στρίνμπεργκ. Αεικίνητη, σφύζοντας από ενέργεια, γέμισε τη σκηνή με τη δυναμική και εύθραυστη ταυτόχρονα παρουσία της. Με την αγορίστικη εξωλεκτική συμπεριφορά της να υπερισχύει, προσπαθεί να ισορροπήσει τα μέσα της, από τη μια να υπερισχύσει και να καταδυναστεύσει τον Ζαν, από την άλλη όμως η γυναικεία της πλευρά επιζητεί την ερωτική επιβεβαίωση από το πρόσωπό του.

Ο Δημήτρης Λιγνάδης στο ρόλο του Ζαν ήταν σαφώς πιο σαρωτικός. Αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και αρνητικό, καθώς επηρέαζε την ισορροπία και τη χημεία του με τη Τζούλια και πολλές φορές επισκίαζε όχι την ερμηνεία της Γουλιώτη, αλλά τον εκ του κειμένου χαρακτήρα της. Ενδιαφέρον παρουσίαζαν οι απότομες μεταπτώσεις του σε υπηρέτη στη σκέψη και μόνο του αφεντικού του, του πατέρα της Τζούλια.

Η Μαρία Πρωτόπαπα στο ρόλο της Κριστίν ήταν εξαιρετική. Κινώντας με μία υπόγεια δυναμική τα νήματα, δημιουργούσε την εντύπωση πως είχε δέσει με πρωτόγνωρο τρόπο τον Ζαν πάνω της, απομυζώντας του κάθε ρανίδα παλικαρισμού.


Καλύτερες στιγμές της παράστασης;
- Η ευφυής, αν και εξαιρετικά πολυπαιγμένη, χρήση του νερού. Στο σημείο που ο Ζαν εξομολογείται στην Τζούλια τον παλαιό εφηβικό του έρωτα δημιουργεί με το λάστιχο ένα ρομαντικό σιντριβάνι βροχής και υπό το άκουσμα της «Ιστορίας» των Olympians (τραγουδισμένο από την Ηρώ που έχει αναλάβει και τη μουσική επιμέλεια της παράστασης). Λίγο αργότερα, η Τζούλια ξεπλένει προκλητικά την περιοχή ανάμεσα στα πόδια της με τα λιμνάζοντα αυτά βρωμόνερα προκειμένου να αποτινάξει από πάνω της την μιαρή συνουσία της με τον Ζαν.
- Ο χορός του Ζαν και της Δεσποινίδος Τζούλια, με τη δεύτερη να ρολάρει κυκλικά με ταχύτητα στη σκηνή κεντραρισμένη από το φως ενός προβολέα και τον πρώτο κάθιδρο να προσπαθεί να την φτάσει…

Γεωργία Οικονόμου
[email protected]