Πειρατεία Στον Ωκεανό

12.02.2013
Δίκαια βραβευμένη με τον Χρυσό Αλέξανδρο στο περσινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, η ταινία του Δανού Τομπίας Λίντχολμ είναι ένα βραδυφλεγές, ρεαλιστικό και αδυσώπητα αγωνιώδες θρίλερ-ψυχοβγάλτης, που σε κρατά καθηλωμένο στο κάθισμά σου καθ’ όλη τη διάρκειά του.

Το βιογραφικό του ως σεναριογράφου περιλαμβάνει ήδη μερικά εντυπωσιακά επιτεύγματα, όπως το σενάριο του περσινού «Κυνηγιού» του Τόμας Βίντερμπεργκ, αλλά και εκείνο της δανέζικης τηλεοπτικής επιτυχίας «Borgen». Όμως ο Τομπίας Λίντχολμ υπογράφει με την «Πειρατεία στον Ωκεανό» την πρώτη του ατομική σκηνοθετική δουλειά (είχε προηγηθεί το «R», εξ ημισείας με τον Μίκαελ Νόερ). Και ομολογουμένως, η σκηνοθετική του ματιά αποδεικνύεται ισάξια της εξαιρετικής γραφής του.

Αν και η πλοκή θα μπορούσε πολύ εύκολα να τροφοδοτήσει κάποια τετριμμένη ταινία δράσης, ο τρόπος που ο Δανός σκηνοθέτης χειρίζεται την υπόθεση πειρατείας ενός δανέζικου φορτηγού πλοίου που πέφτει στα χέρια Σομαλών πειρατών στα ανοιχτά του Ινδικού Ωκεανού, δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από τις εκκωφαντικές ταινίες με ανάλογες υποθέσεις ομηρίας που συχνά πυκνά μοστράρει το Χόλιγουντ, με συνήθεις υπόπτους-πρωταγωνιστές ηθοποιούς όπως ο Νίκολας Κέιτζ και ο Λίαμ Νίσον.

Δίνοντας έμφαση στην ψυχολογία των χαρακτήρων του, ο Λίντχολμ μοιράζει ισόποσα το χώρο και το χρόνο της ταινίας του ανάμεσα στο πλοίο καταμεσής του ωκεανού, όπου οι όμηροι ζουν για εβδομάδες ολόκληρες σε κατάσταση εξαθλίωσης και συνεχούς άγχους, περιμένοντας μια βοήθεια που μοιάζει να μην έρχεται ποτέ, και στα γραφεία της ναυτιλιακής εταιρείας στην Κοπεγχάγη, απ’ όπου κουστουμαρισμένα στελέχη χειρίζονται τηλεφωνικά τα σκληρά παζάρια με τους πειρατές πάνω στο ποσό των λύτρων που η επιχείρηση είναι διατεθειμένη να πληρώσει για να απελευθερώσει το πλήρωμα.

Χωρίς να χάνει ούτε στιγμή τον υποδειγματικό ρυθμό του, ο Λίντχολμ όχι μόνο χτίζει δεξιοτεχνικά αυτήν την ιδιαίτερα απαιτητική περίπτωση παράλληλης δράσης, αλλά και καθιστά οργανικό στοιχείο του φιλμ το γεγονός ότι οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές του δεν βρίσκονται ποτέ στο ίδιο πλάνο.

Ένας ευαίσθητος άνδρας που ανυπομονεί να επιστρέψει στη στεριά και στην οικογένεια που τον περιμένει εκεί, ο Μίκελ είναι ο μάγειρας του πλοίου που επιλέγεται από τους πειρατές ως η φωνή του πληρώματος που θα χρησιμεύσει ως συναισθηματικός εκβιασμός για τα αφεντικά του στη Δανία. Ο Πέτερ από την άλλη είναι ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, που αν και προσλαμβάνει έναν επαγγελματία διαπραγματευτή με εμπειρία σε ανάλογες περιπτώσεις, θεωρεί ότι είναι αρκετά συγκροτημένος και ψύχραιμος για να αναλάβει ο ίδιος τις τηλεφωνικές συνομιλίες, αγνοώντας την ψυχοφθόρα επίδραση που θα έχει η μακρόχρονη αυτή διαδικασία πάνω του.

Διαφορετικού χαρακτήρα και σίγουρα διαφορετικού κοινωνικού στάτους, οι δύο άνδρες αποτελούν σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος και τους βασικούς πρωταγωνιστές του δράματος. Και η επιλογή τους δεν έχει καμία ταξική σκοπιμότητα – πρόκειται απλά για δύο ανθρώπους που άθελά τους βρέθηκαν με τις τύχες τους άρρηκτα πλεγμένες μεταξύ τους σε μια ριψοκίνδυνη παρτίδα σκακιού.

Η απογοήτευση, τα ηθικά διλήμματα, η βασανιστική αναμονή, η αβεβαιότητα της έκβασης και η απεγνωσμένη προσπάθεια διατήρησης της ψυχραιμίας δύο ηρώων που βρίσκονται σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη είναι τα συστατικά με τα οποία ο Λίντχολμ δημιουργεί μια σχεδόν ανυπόφορη ένταση, εξάγοντας το σασπένς όχι τόσο από την απειλή των όπλων που συχνά βρίσκονται πάνω από τα κεφάλια των ναυτικών, αλλά από τη σιωπηλή αναμονή πάνω από μια τηλεφωνική συσκευή ή από κάτι που μπορεί να κρύβεται πίσω από μια απλή στιχομυθία.

Η μεθοδική εξέλιξη της διπλής αυτής αφήγησης θα μπορούσε να υποβιβάσει την ταινία σε μία απλή άσκηση ύφους, ωστόσο η ρεαλιστική κινηματογράφηση και οι υποδειγματικές νατουραλιστικές ερμηνείες χαρίζουν στο τελικό αποτέλεσμα μια σχεδόν ντοκιμαντερίστικη υφή, μια πειστική απεικόνιση καθημερινών ανθρώπων κάτω από καθεστώς ακραίας πίεσης και ταυτόχρονα μιας κατάστασης που αποτελεί πολύ συχνότερο φαινόμενο απ’ όσο νομίζουμε.

Την ίδια στιγμή, εκεί που μια άλλη ταινία θα επένδυε ίσως σε μελοδραματικές υπερβολές ή αιματηρές συγκρούσεις, το «Πειρατεία στον Ωκεανό» διατηρεί μέχρι και το συγκλονιστικό του φινάλε μια πολύτιμη αποστασιοποίηση, προσδίδοντας ανθρώπινη διάσταση σε όλες τις πλευρές – ακόμα και σε εκείνη των πειρατών – και φέρνοντας τον θεατή σε απόσταση αναπνοής από την ψυχολογική κατάσταση των χαρακτήρων. Όχι και μικρό κατόρθωμα για ένα «απλό» θρίλερ ομηρίας.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ