Μεγάλες Προσδοκίες

15.02.2013
Στιβαρό και καλογυρισμένο, αλλά χωρίς καμία φρεσκάδα ή τόλμη σε αφήγηση ή κινηματογράφηση, οι «Μεγάλες Προσδοκίες» επωφελούνται από τις δυνατές ερμηνείες των πρωταγωνιστών τους αλλά δε δικαιολογούν τη μεταφορά του κλασικού έργου του Καρόλου Ντίκενς για ακόμη μία φορά στο σινεμά.

Έχοντας το αξιοσημείωτο μειονέκτημα των δεκάδων προηγούμενων μεταφορών της κλασικής ιστορίας του Καρόλου Ντίκενς σε μικρή και μεγάλη οθόνη, οι «Μεγάλες Προσδοκίες» έχουν να πολεμήσουν με το ακριβώς αντίθετο του τίτλου τους: ακόμη κι αν αγαπά κανείς το βιβλίο στο οποίο βασίζεται, το πιθανότερο είναι ότι μια νέα κινηματογραφική μεταφορά δεν είναι ακριβώς αυτό που λαχταρά. Οι σκληροπυρηνικοί φαν ναι μεν θα χαρούν, όταν διαπιστώσουν ότι η ταινία είναι όσο πιο πιστή γίνεται στην πηγή της, αυτό όμως την κρατά επίσης από το να γίνει πραγματικά ξεχωριστή και αξιοσημείωτη.

Οι μεγάλες προσδοκίες του τίτλου ανήκουν, όπως όλοι πια ξέρουν, στον νεαρό Πιπ: μεγαλωμένος φτωχικά και απλοϊκά από την σκληρή αδερφή του και το μεγαλόκαρδο γαμπρό του, το ορφανό αγόρι ξαφνικά κληρονομεί ένα σεβαστό ποσό από έναν άγνωστο ευεργέτη. Ο Πιπ θεωρεί ότι ο ευεργέτης αυτός πρέπει να είναι η Μις Χάβισαμ, η πλούσια εκκεντρική ερημίτισσα την οποία και επισκεπτόταν μικρός για να κάνει παρέα στην κηδεμονευομένη της, την πανέμορφη αλλά και ψυχρή Εστέλα, και η κληρονομιά είναι, στο μυαλό του τουλάχιστον, ένας τρόπος για να διεκδικήσει επιτέλους την καρδιά της...

Διατηρώντας έναν εντυπωσιακό αριθμό χαρακτήρων και υποπλοκών, το σενάριο του Ντέιβιντ Νίκολς εύστοχα δίνει το βάρος του στο επώδυνο ταξίδι του Πιπ στην ενηλικίωση και καταφέρνει να αναπτύξει ικανοποιητικά τον κεντρικό αυτό χαρακτήρα, βασιζόμενο και στην εξαιρετική επιλογή τοποθεσιών και στον αψεγάδιαστο σχεδιασμό παραγωγής. Φυσικά η ταινία, προσπαθώντας να χωρέσει την πυκνή αφήγηση του Ντίκενς σε ένα δίωρο, χάνει στην πορεία την ορμή της ή και τις απαραίτητες παύσεις για να δώσει λίγη περισσότερη πνοή σε κάποιους δεύτερους χαρακτήρες που περιορίζονται σε μικρά και τελικά ασήμαντα περάσματα.

Το κυριότερο όπλο αυτών των «Μεγάλων Προσδοκιών», τελικά, αποδεικνύονται οι ηθοποιοί της, ιδιαίτερα ο Τζέρεμι Ιρβάιν στο ρόλο του Πιπ (μακράν καλύτερος απ' ό,τι στη μονόχορδη ερμηνεία του στο «Άλογο του Πολέμου»), ο Ρέιφ Φάινς στο ρόλο του Μάγκγουιτς και η Έλενα Μπόναμ Κάρτερ στο τραγικό ρόλο της Μις Χάβισαμ. Μπορεί η Κάρτερ να έχει παίξει αρκετές εκκεντρικές φιγούρες στο παρελθόν για να είναι μια μάλλον προφανής επιλογή, αλλά τελικά καταφέρνει να αποφύγει τις ευκολίες και να βρει μια σοφή ισορροπία ανάμεσα στην τρέλα και την απέραντη θλίψη του θρυλικού χαρακτήρα, και πάνω από όλα να πείσει ότι ποτέ δε βγήκε από το νυφικό της όλα αυτά τα χρόνια. Όταν τόσες ταινίες της τής ζητούν καρτουνίστικη υπερβολή (την οποία κάνει εξαιρετικά, χωρίς αμφιβολία), είναι μια ευπρόσδεκτη αλλαγή και ίσως ό,τι καλύτερο έχει κάνει τα τελευταία χρόνια, μαζί με το «Λόγο του Βασιλιά».

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ