Τζέρεμι Άιρονς: η καριέρα του σε δηλώσεις (μέρος 1ο)

08.10.2013
Με αφορμή την κυκλοφορία της ταινίας «Νυχτερινό Τρένο για τη Λισαβόνα», ανατρέχουμε στους πιο σημαντικούς σταθμούς της καριέρας του Βρετανού ηθοποιού - με τη βοήθεια δικών του δηλώσεων.

Μπορεί η καριέρα του τελευταία να μην είναι σε θέση να του δώσει ευκαιρίες αντάξιες των ταλέντων του («The Words», «Όμορφα Πλάσματα») αλλά ο Τζέρεμι Άιρονς παραμένει ένας από τους πιο αινιγματικούς ηθοποιούς, έχοντας από νωρίς καταφέρει να ξεφύγει από το στερεότυπο που εγκλωβίζει τους Άγγλους ηθοποιούς σε ταινίες εποχής και σοβαροφανείς, προφανείς επιλογές σοβαρής δραματουργίας.

Κινδύνεψε να παγιδευτεί στο ρόλο του ερωτοχτυπημένου πρωταγωνιστή αλλά γρήγορα έδειξε ότι μπορεί να κάνει πολλά περισσότερα και άφησε το στίγμα του σε εμβληματικούς πια ρόλους σε μια υγιή ποικιλία ταινιών: ο απολαυστικά διφορούμενος Κλάους φον Μπόλοου του «Γυρίσματος της Τύχης», οι νοσηροί δίδυμοι Μαντλ του «Dead Ringers», ο αινιγματικός κύριος Κάφκα στην ομώνυμη ταινία, ο αυταρχικός Εστεμπάν Τρουέμπα του «Σπιτιού των Πνευμάτων» ή ακόμη και ο σατανικός Σκαρ του «Βασιλιά των Λιονταριών».

Με αφορμή την κυκλοφορία της νέας του ταινίας «Νυχτερινό Τρένο για τη Λισαβόνα», για την πανελλήνια πρεμιέρα της οποίας μάλιστα βρέθηκε στην Αθήνα πριν από λίγες εβδομάδες στο πλαίσιο του 19ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, ανατρέχουμε στους πιο σημαντικούς σταθμούς της καριέρας του με τη βοήθεια δικών του δηλώσεων.

«Επιστροφή στο Μπράιντσχεντ» («Brideshead Revisited»), 1981

Ο ρόλος: Ο μαζεμένος, προσγειωμένος Τσαρλς Ράιντερ που παρασύρεται από τον θαυμασμό και την εμμονή του για την πλούσια και εκκεντρική οικογένεια Φλάιτ, χάνοντας στην πορεία την αθωότητά του.

Η ατάκα: «Ο Τσαρλς Ράιντερ ήταν ο άντρας, στον οποίο εκπαιδεύτηκα να μοιάσω: ένα καλό παιδί με συγκρατημένη συμπεριφορά και καταπιεσμένα συναισθήματα. Όλοι με έβλεπαν με συγκεκριμένο τρόπο μετά τη σειρά, σαν να είχα υπερβολική ακεραιότητα. Και αυτό επηρέασε το στιλ μου – ήμουν ο σκεπτικός, ευαίσθητος άνδρας γεμάτος από αγγλική γοητεία».

«Η Ερωμένη του Γάλλου Λοχαγού» («The French Lieutenant’s Woman»), 1981

Ο ρόλος: Από τη μία ο ηθοποιός Μάικ που συνάπτει σχέση με την συνάδελφό του στα γυρίσματα της ταινίας του, από την άλλη ο βικτωριανής εποχής χαρακτήρας που υποδύεται στην ταινία, που επίσης παρασύρεται από το πάθος του.

Η ατάκα: «Ευτυχώς δεν χρειάζονταν κάποιον σταρ γιατί είχαν την Μέριλ Στριπ. Έτσι είχα την μεγάλη ευκαιρία μου. Δεν περίμενα να δουλέψω σε ταινίες».

«Στο Φως του Φεγγαριού» («Moonlighting»), 1982

Ο ρόλος: Ένας Πολωνός παράνομος μετανάστης που δουλεύει στο σύγχρονο Λονδίνο.

Η ατάκα: «Δεν συνηθίζω το να δίνομαι τελείως στον σκηνοθέτη μου. Δεν μου αρέσει να είμαι σαν πρωτογενές υλικό στα χέρια του. Ο Γέρζι και εγώ δουλέψαμε σαν ομάδα. Μοιραζόμαστε την ίδια αίσθηση του χιούμορ, το διασκεδάσαμε πολύ. Αλλά όχι, δεν τον εμπιστευόμουν. Δεν θέλω να ακουστώ φοβερά σοβαροφανής, και ξέρω ότι δεν έχει μεγάλη σημασία, αλλά είναι δύσκολο για μένα να αλλάξω. Θα ήθελα να είμαι αλλιώς, αλλά δεν έχει νόημα».

«Η Προδοσία» («Betrayal»), 1983

Ο ρόλος: Ένας άνδρας που συνάπτει επταετή παράνομη σχέση με μια παντρεμένη γυναίκα, με τον άνδρα της οποίας είναι φίλοι.

Η ατάκα: «Με ενδιαφέρει πολύ για το πώς κάποιος μπορεί να εκφράσει κάτι χωρίς λόγια. Είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους επικοινωνίας στο θέατρο ή το σινεμά».

«Η Αποστολή» («The Mission»), 1986

Ο ρόλος: Ο Ιησουίτης πάστορας Γκάμπριελ που ταξιδεύει στη ζούγκλα της Νοτίου Αμερικής για να ηγηθεί μιας αποστολής εκχριστιανισμού μιας ιθαγενούς κοινότητας.

Η ατάκα: «Αυτό που με τράβηξε στο ρόλο μου στην “Αποστολή” ήταν ότι ο Γκάμπριελ δεν είναι γοητευτικός ή επιπόλαιος. Είναι ένας πνευματικός άνθρωπος, και αυτό είναι ένα δύσκολο χαρακτηριστικό να ερμηνεύσεις. […] Δεν χρειάστηκε να παίξω έναν παπά ακριβώς – ήμουν ένας ισχυρογνώμων, αποφασισμένος, περιπετειώδης άνθρωπος της πίστης. Ήταν ένας άκρως σωματικός ρόλος.

«Danny the Champion of the World», 1989

Ο ρόλος: Ο χήρος πατέρας του χαρακτήρα του τίτλου και πρωταγωνιστή της ιστορίας.

Η ατάκα: «Είναι απλό: ήθελα να κάνω μια ταινία με το γιο μου. Είχαμε μόλις παίξει μαζί σε μια παράσταση («Όνειρο Θερινής Νυχτός») και θεώρησα ότι η εμπειρία του κινηματογραφικού πλατό θα ήταν καλή για αυτόν. Και ήθελα να κάνω μια ταινία που να μπορούν να δουν παιδιά!»

«Γύρισμα της Τύχης» («Reversal of Fortune»), 1990

Ο ρόλος: Ο Κλάους φον Μπόλοου, που κατηγορήθηκε για εις διπλούν απόπειρα ανθρωποκτονίας της γυναίκας του, υπόθεση που ακόμη και σήμερα διχάζει – ακόμη και οι πιο στενοί τους φίλοι δεν μπορούν να πουν με σιγουριά αν είναι αθώος ή ένοχος.

Η ατάκα: «Άλλαξα την εμφάνισή μου και τον τρόπο που μιλούσα γιατί ο άνθρωπος αυτός ήταν ακόμη ζωντανός, έπρεπε να κάνω μια προσπάθεια να του μοιάσω. […] Αλλά δεν μπορούσα με τίποτα να μπω μες στο μυαλό του: είδα ξανά και ξανά τις συνεντεύξεις του, διάβασα τις καταθέσεις, κοίταζα τις φωτογραφίες του… Ώσπου σκέφτηκα: “Ένα λεπτό. Ο πατέρας μου ήταν ένας αξιόλογος άνθρωπος. Αν είχε κάνει ή κατηγορηθεί ότι είχε κάνει κάτι αντίστοιχο, πώς θα φερόταν σε μια συνέντευξη; Πιθανότατα όπως ο Κλαους: χρησιμοποιώντας την γοητεία του, και την τόσο αγγλική εγκράτεια. Και εγώ μοιάζω αρκετά στον πατέρα μου οπότε…” Κι έτσι βρήκα το κλειδί για να μπω στο μυαλό του».

«Οι Διχασμένοι» («Dead Ringers»), 1988

Ο ρόλος: Και πάλι διπλός: οι δίδυμοι γυναικολόγοι Μπέβερλι και Έλιοτ Μαντλ, που εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι κανείς δεν τους ξεχωρίζει ώσπου μια γυναίκα αναστατώνει τη ζωή τους.

Η ατάκα: «Στην αρχή ανησυχούσα, ειδικά όταν διάβασα το σενάριο. Όλες οι γυναίκες στις οποίες μίλησα για αυτό, με συμβούλεψαν να μην το κάνω. Το καταλαβαίνω αυτό – η ταινία περιέχει πολλούς γυναικείους εφιάλτες. Αλλά μετά επικράτησε η πιο περιπετειώδης αλλά και αλαζονική πλευρά μου: σκέφτηκα ότι έχω κάνει αρκετές δουλειές για να έχω τώρα την πολυτέλεια να αποτύχω, αν πάει στραβά. […] Το αρχικό μου ένστικτο με παρότρυνε να προσπαθήσω να τους ερμηνεύσω ως αντίθετους, αλλά τελικά έβαλα στόχο να τους υποδυθώ ως παρόμοιους, να βρω αυτά που τους έκαναν δίδυμους και όχι “τον καλό και τον κακό αδερφό”. […] Αρχικά είχα δύο καμαρίνια, με δύο διαφορετικές γκαρνταρόμπες και ξεχωριστά αντικείμενα κλπ για να μπω στον εκάστοτε χαρακτήρα, αλλά μετά από λίγο σκέφτηκα ότι και το ίδιο το κοινό θα πρέπει ανά πάσα στιγμή να αμφιβάλλει για το ποιον αδερφό βλέπει – κι έτσι σταμάτησα να τους διαχωρίζω τόσο στο μυαλό μου».

«Κάφκα» («Kafka»), 1991

Ο ρόλος: Ο Φραντζ Κάφκα, η ήσυχη ζωή του οποίου αναστατώνεται όταν ανακαλύπτει τη δράση μιας μυστηριώδους υπόγειας οργάνωσης.

Η ατάκα: «Δεν ήξερα τίποτα για τον Κάφκα [πριν πάρω το ρόλο], δεν διαβάζω όσο θα έπρεπε. Αλλά διάβασα πολύ κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, παρόλο που ο Στίβεν [Σόντερμπεργκ] μου είπε ότι αυτό θα ήταν χάσιμο χρόνου. Αποφάσισα ότι δεν μου άρεσε πολύ, δεν είναι ο τύπος μου. Νομίζω ότι ερωτεύεσαι τον Κάφκα στην εφηβεία σου, όλοι όσοι τον αγαπούν τον ‘συνάντησαν’ όταν ήταν έφηβοι. Νομίζω ότι ήταν ένας αιώνιος έφηβος, όλες του οι ανησυχίες ήταν αυτής της ηλικίας».

«Μοιραίο Πάθος» («Damage»), 1992

Ο ρόλος: Ένας καθώς πρέπει, φιλόδοξος πολιτικός και σωστός οικογενειάρχης παθιάζεται για την κοπέλα του γιου του – το σεξουαλικό τους πάθος γίνεται ολοένα πιο ανεξέλεγκτο και απειλητικό.

Η ατάκα: «Με έλκυσε ο χαρακτήρας, που δεν έχει βιώσει το πάθος στη ζωή του και ξαφνικά αντικρίζει ένα ζευγάρι μάτια, μια γυναίκα που τον κάνει να δει ότι δεν είχε καν αρχίσει [τη ζωή του]. Μετά είναι μια ελεύθερη πτώση, επικίνδυνη, σίγουρα κάτι που φοβάμαι κι εγώ, αφού τίποτα δεν μπορεί να σε σώσει. Ήταν σαν αρρώστια, δεν ήταν σχέση αλλά εθισμός. Και δεν μετανιώνει. Ανησυχούσα ότι μπορεί να φαινόταν σαν ένας μεσήλικας που ξεμυαλίζεται με μια πεταχτούλα, αλλά η ταινία μιλά για το να ερωτεύεσαι την αιώνια γυναίκα.»