Ο Τσάρλι Κάουφμαν έχει τις απαντήσεις

27.04.2009
Στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα, τέσσερα χρόνια μετά το Οσκαρ που κέρδισε για τη συγγραφή της «Αιώνιας Λιακάδας Ενός Καθαρού Μυαλού», ο πιο πολυσυζητημένος σεναριογράφος του μοντέρνου σινεμά δεν διευκολύνει καθόλου τον εαυτό του. Σκηνοθετεί μια ταινία με αλλόκοτο τίτλο «Η Συνεκδοχή Της Νέας Υόρκης»...

Στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα, τέσσερα χρόνια μετά το Οσκαρ που κέρδισε για τη συγγραφή της «Αιώνιας Λιακάδας Ενός Καθαρού Μυαλού», ο πιο πολυσυζητημένος σεναριογράφος του μοντέρνου σινεμά δεν διευκολύνει καθόλου τον εαυτό του. Σκηνοθετεί μια ταινία με αλλόκοτο τίτλο («Η Συνεκδοχή Της Νέας Υόρκης»), ξετυλίγει στην οθόνη μια δαιδαλώδη πλοκή που αφήνει άφθονα ερωτηματικά στον θεατή και αρνείται να παραχωρήσει τις όποιες εξηγήσεις.


Συνέντευξη στον Λουκά Κατσίκα

Πηγαίνοντας να συναντήσω τον Τσάρλι Κάουφμαν στο πρόσφατο φεστιβάλ Καννών όπου η «Συνεκδοχή Της Νέας Υόρκης» πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι το ημίωρο της συζήτησής μας ενδεχόταν να μην κυλούσε καθόλου αβίαστα. Οσο συγκρατημένος άνθρωπος κι αν είναι στην ουσία όμως, ο φημολογούμενος ως εξαιρετικά εσωστρεφής Κάουφμαν μου απέδειξε ότι δεν είχε κανέναν λόγο να μην είναι ευγενικός και ομιλητικός μαζί μου. Πόσο διατεθειμένος θα φαινόταν, όμως, να προσφέρει τις απαραίτητες διευκρινίσεις ένας καλλιτέχνης ο οποίος, μέχρι πρότινος, απέφευγε να παραχωρεί συνεντεύξεις και να φωτογραφίζεται; Και πόσο εύκολα θα γίνει αρεστή μια σύνθετη ταινία όπως η δική του, που λειτουργεί καλύτερα σε μεταφορικό παρά κυριολεκτικό επίπεδο και η οποία δεν φοβάται να φέρει το κοινό της αντιμέτωπο με έναν λαβύρινθο ιδεών, θεμάτων και χαρακτήρων από τον οποίο ίσως να μην υπάρχει στο τέλος διέξοδος;

Από την ασφάλεια του προσωπικού σας χώρου όπου γράψατε την «Συνεκδοχή» μέχρι το κόκκινο χαλί της επίσημης πρεμιέρας του φιλμ στις Κάννες, το ταξίδι μοιάζει μεγάλο όσο και αρκετά περίεργο, δεν συμφωνείτε;

Η όλη διαδικασία του κόκκινου χαλιού είναι πράγματι περίεργη. Σε οδηγούν εκεί, σου δίνουν κάποιες οδηγίες στα γαλλικά από τις οποίες δεν κατάλαβα λέξη, διότι δεν μιλώ την γλώσσα, μετά σε υποχρεώνουν να περπατήσεις μέχρι ενός σημείου, λίγο πριν μπεις στην αίθουσα, και έπειτα αρχίζεις και αντικρίζεις σειρές φωτογράφων που βρίσκονται από τη μια και την άλλη μεριά. Στέκεσαι και περιμένεις να σε φωτογραφίσουν από αριστερά, μετά στρέφεσαι δεξιά, μετά πας λίγο πιο πέρα και πάει λέγοντας. Το χειρότερο, όμως, είναι μόλις η ταινία τελειώσει: δεν έχεις προλάβει να συνέλθεις από τη συναισθηματική φόρτιση που έχεις μόλις βιώσει μαζί με τους συντελεστές σου από την παρακολούθησή της και αμέσως σαράντα κάτι κάμερες σε περιμένουν και ρίχνουν τα φώτα τους επάνω σου.

Αισθάνεστε λίγη ανακούφιση τώρα που η ταινία αρχίζει και συναντά τους πρώτους θεατές της;

Οχι πραγματικά. Αισθάνομαι λίγο άγχος. Αλλά με έναν καλό τρόπο.

Πόσο ανοιχτόμυαλο πιστεύετε ότι είναι το σημερινό αμερικανικό κοινό απέναντι σε ταινίες όπως η δική σας, που ζητούν από αυτό να σκεφτεί και να αναζητήσει μόνο του τις εξηγήσεις, αντί να περιμένει να του τις δώσουν άλλοι;

Δεν ξέρω. Αυτή την περιέργεια έχω κι εγώ. Ξέρω ότι τα πράγματα έχουν απλουστευθεί τόσο πολύ πλέον, ώστε οι θεατές να θεωρούν δεδομένο ότι θα τους αναλύσεις το καθετί που θα δουν στην ταινία σου. Κι αυτό με ενοχλεί.

Δεδομένου ότι δεν είχατε καμιά προηγούμενη εμπειρία πίσω από την κάμερα, γιατί επιλέξατε να σκηνοθετήσετε μόνος σας αυτή την φορά ένα δικό σας σενάριο;

Η επιθυμία να σκηνοθετήσω υπήρχε από πολύ νωρίς στην ζωή μου. Απλώς οι συνθήκες ήταν αυτή την φορά ιδανικές και μου επέτρεψαν να το κάνω. Αρχική πρόθεσή μου δεν ήταν, παρ όλα αυτά, να εμπλακώ στην σκηνοθεσία της «Συνεκδοχής». Σκοπός μου ήταν να εμπιστευτώ και πάλι το σενάριό μου στον Σπάικ Τζόουνζ, με τον οποίο μας δένει αμοιβαία κατανόηση και δυο πολύ ευτυχείς συνεργασίες στο «Αdaptation» και στο «Μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς». Λόγω λοιπών υποχρεώσεών του, όμως, με την πραγματοποίηση του «Where The Wild Things Αre» ο Σπάικ χρειάστηκε να αποσυρθεί από το σχέδιο. Ανέλαβα, λοιπόν, τη σκηνοθεσία εγώ. Το πράγμα ήταν, όμως, από την αρχή κάπως περίπλοκο διότι προηγουμένως είχαμε συμφωνήσει με τη Sony Pictures να γυρίσουμε μια ταινία τρόμου την οποία θα έγραφα εγώ και θα σκηνοθετούσε ο Σπάικ.

Θα λέγατε ότι κατά κάποιον τρόπο γυρίσατε τελικά μια ταινία τρόμου;

Ναι, αυτή είναι όντως η ταινία τρόμου μου.(γελάει) Φοβίες, θάνατος, γηρατειά, αυτά κι αν είναι τα υλικά μιας πραγματικά τρομακτικής ταινίας.

Πιστεύετε ότι, σκηνοθετώντας για πρώτη φορά, αποτυπώνετε επιτέλους στην οθόνη αυτό που πραγματικά είχατε στο μυαλό σας;

Ξέρετε κάτι; Δεν είναι πάντοτε εφικτό να αποτυπώσεις οτιδήποτε είχες φανταστεί εξαρχής, λόγω μιας σειράς πρακτικών λόγων. Οταν γράφεις ένα σενάριο βρίσκεσαι απομονωμένος στον δικό σου ιδιωτικό κόσμο και λογαριάζεσαι μόνος με τη φαντασία που έχεις. Οταν σκηνοθετείς χρειάζεται να εξέλθεις στον πραγματικό κόσμο και να λάβεις υπόψη σου έναν σωρό άλλους ανθρώπους με τους οποίους καλείσαι να συνεργαστείς. Προσπαθείς να τους κάνεις κοινωνούς του οράματός σου, στον βαθμό που κάτι τέτοιο γίνεται εφικτό, και έπειτα δουλεύετε μαζί για να δώσετε σάρκα και οστά στο όραμα αυτό. Ηθελα, πάντως, πολύ να διαπιστώσω με τι θα έμοιαζε κάτι που έχω γράψει αν το σκηνοθετούσα ο ίδιος. Είχα αυτή την περιέργεια.

Αν το σκηνοθετούσε ο Σπάικ, τι ταινία πιστεύετε ότι θα είχε κάνει;

Νομίζω ότι αυτή είναι ερώτηση που θα πρέπει να απευθύνετε σε εκείνον. Θα του είχα απόλυτη εμπιστοσύνη, πάντως. Μοιραζόμαστε παρόμοιες ευαισθησίες και ξέρω ότι δεν θα πρόδιδε ποτέ το σενάριό μου.

Θα σας ενδιέφερε, παρεμπιπτόντως, να σκηνοθετήσετε το σενάριο κάποιου άλλου;

Κάποια μακρινή ημέρα, ναι. Προς το παρόν με ενδιαφέρει να ασχοληθώ με δικά του πράγματα.

Αντίθετα με την πλειοψηφία των σεναρίων που συναντά κανείς στο μοντέρνο σινεμά, οι δικές σας δουλειές διακρίνονται από μια αίσθηση του αλλόκοτου και του αυθεντικά παράξενου τα οποία παραμένουν χαρακτηριστικό γνώρισμα της γραφής σας...

Περισσότερο από το να επινοήσω κάτι που να μοιάζει παράξενο και αλλόκοτο, όπως λέτε, με ενδιαφέρει να διαχειριστώ συναισθήματα. Οσο παράλογη κι αν είναι μια κατάσταση που δημιουργείται ανάμεσα στους χαρακτήρες μου, αυτό που θέλω είναι η κατάσταση αυτή να ανταποκρίνεται σε κάτι που να είναι ανθρώπινο και αληθινό. Ειδάλλως δεν μου αρέσει να κάνω κάτι για χάρη της εξυπνάδας και της εκκεντρικότητας.

Παρ όλο που υπάρχει κάτι το εντελώς μοναδικό στον τρόπο που γράφετε, θα μπορούσατε να μου αναφέρετε καλλιτέχνες με τους οποίους πιστεύετε ότι συγγενεύετε σε τρόπο σκέψης και ευαισθησίες;

Μπορώ να σας πω μόνο πως όταν ήμουν νεώτερος μου άρεσαν πολύ ο Γούντι Αλεν, οι Μόντι Πάιθον και οι αδελφοί Μαρξ.

Βρίσκετε δύσκολο ή μάλλον ανώφελο να συζητάτε σε πιο αναλυτική βάση για τις ταινίες ή για τα σενάρια σας; Προτιμάτε καλύτερα οι θεατές να βγάζουν μόνοι τα συμπεράσματά τους;

Κοιτάξτε, από τη στιγμή που ένα σενάριό μου ολοκληρώνεται και η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες, παύει να βρίσκεται υπό τον έλεγχό μου. Μένει στο κοινό να ανταποκριθεί απέναντι στο φιλμ όπως θέλει να ανταποκριθεί ή να αντλήσει οτιδήποτε βρει γόνιμο να αντλήσει. Υπό την έννοια αυτή εγώ παύω να αποτελώ μέρος της εξίσωσης που γεννιέται ανάμεσα στον θεατή και την ταινία. Είναι πλέον στο δικό του χέρι να του αρέσει ή όχι αυτό που θα δει.

Μετά την προβολή της «Συνεκδοχής» όμως, πολλοί άνθρωποι σας πλησιάζουν και σας ζητούν εξηγήσεις για πολύ συγκεκριμένα πράγματα που αφορούν την ταινία. Είστε διατεθειμένος να τους τις δώσετε;

Επιλέγω να μην απαντώ σε ερωτήσεις που ζητούν εξηγήσεις. Η ταινία αποτελεί μια εμπειρία που πιστεύω ότι καθένας θεατής μπορεί να εκλάβει διαφορετικά. Δεν θέλω να είμαι εγώ ο άνθρωπος που θα βάλει στο μυαλό του τι να σκεφτεί. Δεν μου αρέσει να λέω στους ανθρώπους τι να σκέφτονται. Μου αρέσει οι θεατές να βρίσκουν μόνοι τους τις απαντήσεις. Μου αρέσει πολύ όταν ένα φιλμ σου δίνει την δυνατότητα να σκεφτείς και να αναρωτηθείς. Να εφεύρεις τη δική σου προσωπική ερμηνεία η οποία δεν χρειάζεται απαραιτήτως να συμφωνεί με αυτό που πιστεύω εγώ ως σκηνοθέτης ή το υπόλοιπο κοινό. Σπανίως πια το σινεμά σου προσφέρει τη δυνατότητα για κάτι τέτοιο. Για μένα όμως είναι πολύ σημαντικό.

Υπάρχει ένας διάχυτος πεσιμισμός στην ταινία. Μοιράζεστε αυτή τη νοοτροπία στην πραγματική σας ζωή;

Δεν πιστεύω ότι η ταινία είναι απαισιόδοξη, ασχέτως αν την απασχολεί αρκετά το ζήτημα του θανάτου. Το ότι θα πεθάνουμε όλοι αποτελεί, εντούτοις, γεγονός. Δεν αποτελεί κάποιου είδους πεσιμισμό αυτό. Μάλλον για πραγματισμό πρόκειται. Αυτό που ξέρω είναι πως πρέπει να συνεχίζεις να μένεις ζωντανός, να αναζητείς την ευτυχία αν υπάρχει όντως κάτι τέτοιο, να νικήσεις τη μοναξιά που βλέπω ότι υπάρχει σε αφθονία γύρω μου, να επιχειρείς να συνδεθείς με όσο το δυνατόν πιο πολλούς ανθρώπους μπορείς. Αυτό νομίζω ότι έχει νόημα σε ετούτη τη ζωή.

Και μετά πεθαίνουμε...

Και μετά πεθαίνουμε, αναπόφευκτα.

Θα λέγατε ότι το γράψιμο αποτελεί μια εναλλακτική μορφή ψυχοθεραπείας;

Ναι, με το σκεπτικό ότι μπορεί ένα σενάριο ή μια ταινία να σε βοηθήσει να επικοινωνείς καλύτερα με τους ανθρώπους. Γενικώς, όμως, μου αρέσει τόσο πολύ το γράψιμο ώστε το υποδέχομαι στη ζωή μου ως ένα είδος ψύχωσης, με την έννοια ότι, ακόμη κι αν δεν με πλήρωνε κανείς, δεν θα μπορούσα να σταματήσω να γράφω. Είναι μια ανάγκη.