Μια συζήτηση με τον Βίλμος Ζίγκμοντ

08.07.2009
Ετοιμος να θυμηθεί κάθε λεπτομέρεια της συναρπαστικής ζωής του και του ακόμη πιο συναρπαστικού έργου του, ο θρυλικός διευθυντής φωτογραφίας βρέθηκε στο πρόσφατο 11ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης και μίλησε με τη χαρακτηριστική βραχνή φωνή του στον Λουκά Κατσίκα και τον Μανώλη Κρανάκη για όλες εκείνες τις στιγμές που καθόρισαν τον μύθο του.

Τα θρυλικά 70s
«Αυτή η εποχή, όταν γίνονταν θαρραλέες ταινίες και οι δημιουργοί είχαν το πάνω χέρι, τέλειωσε όταν ξεκίνησαν να γυρίζονται μεγάλες ταινίες όπως ο Πόλεμος Των Αστρων του Τζορτζ Λούκας και όταν άρχισαν να κατασκευάζονται τα πρώτα πολυσινεμά. Τότε άλλαξε ολόκληρη η βιομηχανία. Από εκείνο το σημείο και μετά το μόνο που ενδιέφερε τα στούντιο ήταν πόσα χρήματα θα μαζέψουν το πρώτο σαββατοκύριακο προβολής της κάθε ταινίας. Σήμερα ξοδεύουν 100 εκατομμύρια για μια ταινία, την ανοίγουν σε παραπάνω από 3.000 αίθουσες και, αν οι εισπράξεις το πρώτο σαββατοκύριακο είναι 30 εκατομμύρια δολάρια, την θεωρούν αποτυχία! Το βρίσκω γελοίο. Τότε επένδυαν στην κάθε ταινία ένα εκατομμύριο και σε κάθε περίπτωση το κέρδιζαν πίσω. Νομίζω πως εκείνα τα χρόνια στάθηκαν η πραγματική χρυσή εποχή για το Χόλιγουντ. Οι ταινίες πραγματεύονταν ανθρώπινες ιστορίες, το κοινό μπορούσε να ταυτιστεί με τους ήρωες και να μάθει κάτι από αυτούς. Γυρίζονται ακόμη καλές ταινίες, αλλά δυστυχώς είναι πολύ λίγες».

«Η Εντιμος Κυρία Και Ο Χαρτοπαίκτης»
(«ΜcCabe And Mrs. Μiller» / 1971) του Ρόμπερτ Ολτμαν

«Οταν μιλούσαμε με τον Ρόμπερτ Ολτμαν στο τηλέφωνο, πριν συναντηθούμε, μου αφηγήθηκε περίπου την ιστορία και μου είπε ότι ήθελε η ταινία να μοιάζει με παλιά ξεθωριασμένη φωτογραφία. Είχα διαβάσει κάπου ένα άρθρο για το κάψιμο της εικόνας και είχα κάνει μερικά δοκιμαστικά για ένα διαφημιστικό. Σε αυτήν την ταινία χρησιμοποίησα πρώτη φορά αυτό το εφέ και από τότε θα το επαναλάμβανα πολλές φορές. Είναι αλήθεια ότι το στούντιο ήθελε να με απολύσει γιατί δεν κατάλαβαν το όραμα που είχαμε με τον Ρόμπερτ για το πώς θέλαμε να είναι η εικόνα αυτής της ταινίας. Γι αυτούς η εικόνα ήταν φριχτή. Για εμάς ήταν απλά τέχνη. Ο Ρόμπερτ τους έπεισε λέγοντας ψέματα πως η εικόνα που είχαν δει σε μερικά από τα καθημερινά γυρίσματα που παρακολούθησαν ήταν έτσι λόγω ενός λάθους του τοπικού εργαστηρίου εμφάνισης και πως, στην τελική επεξεργασία της κόπιας, η εικόνα θα ήταν κανονική. Ηταν ένας σπουδαίος σκηνοθέτης και πολύ έξυπνος άνθρωπος. Οι εποχές, όμως, τότε ήταν διαφορετικές. Οι σκηνοθέτες και οι ηθοποιοί ήταν αυτοί που είχαν στα χέρια τους τη δύναμη. Αυτοί έκαναν εφικτές τέτοιες ανταρσίες».

«Οταν Ξέσπασε Η Βία»
(«Deliverance» /1972) του Τζον Μπούρμαν

«Ο Τζον Μπούρμαν βρέθηκε κατά λάθος στο εργαστήριο όπου εμφανίζονταν οι σκηνές του Η

Εντιμος Κυρία Και Ο Χαρτοπαίκτης. Του άρεσε πάρα πολύ αυτό που είδε. Επικοινώνησε μαζί μου για να συνεργαστούμε σε μια ταινία με τίτλο Deliverance. Ηταν μια τελείως διαφορετική ταινία από αυτή του Ολτμαν. Αποφασίσαμε πως ήταν απαραίτητο να δώσουμε περισσότερο κοντράστ και μια ιδέα ασπρόμαυρης εικόνας. Εκείνη την εποχή δουλεύαμε με το σύστημα Technicolor και έτσι έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε την τεχνική της αφαίρεσης χρώματος. Είχαμε τρία στρώματα έγχρωμου φιλμ και μια στρώση ασπρόμαυρου. Αυτό μας έδωσε περισσότερο έλεγχο πάνω στα ασπρόμαυρα. Είναι αλήθεια ότι μου άρεσε πάντοτε να κινηματογραφώ στη φύση. Οι προκλήσεις είναι τόσες πολλές. Και υπάρχει πάντα τρόπος για να ξεπεράσεις τα εμπόδια του φυσικού φωτός. Αρκεί να έχεις μαζί σου έναν σκηνοθέτη που ξέρει τι κάνει. Υπήρξα τυχερός γιατί οι περισσότεροι σκηνοθέτες με τους οποίους δούλεψα ήταν διατεθειμένοι να ακούσουν όσα είχα να προτείνω».

«Το Σκιάχτρο»
(«Scarecrow» / 1973) του Τζέρι Σάτζμπεργκ

«Νομίζω πως το Σκιάχτρο είναι μια πολύ ωραία ταινία. Γυρίστηκε με ένα πολύ μικρό συνεργείο. Ολοι ήταν πολύ ενωμένοι. Θυμάμαι πως το γύρισμα είχε υπολογιστεί να διαρκέσει 11 εβδομάδες και τελικά τελειώσαμε δύο βδομάδες νωρίτερα. Είχαμε σπουδαίους ηθοποιούς: τον Αλ Πατσίνο και τον Τζιν Χάκμαν».

«Μια Σφαίρα, Ενα Αντίο»
(«Τhe Long Goodbye» /1973)

«Ο Ρόμπερτ Ολτμαν ήθελε λήψεις με την κάμερα να μπαινοβγαίνει συνέχεια από έναν εσωτερικό χώρο προς έναν εξωτερικό και ξανά πίσω. Ηταν πολύ δύσκολο να ισορροπήσεις τον καυτό ήλιο της Καλιφόρνια με τα σκοτεινά εσωτερικά των διαμερισμάτων όπου εκτυλισσόταν η ταινία. Του είπα πως μπορώ να καταφέρω την αντίθεση, μόνο αν κάψω το φιλμ κατά 50%. Και μου είπε κάν το. Με προκάλεσε. Οταν η ταινία κυκλοφόρησε σε DVD, με κάλεσαν για να μου κάνουν μια συνέντευξη για τα extras της έκδοσης και εκεί ανακάλυψα πως είχαν επεξεργαστεί την κόπια αφαιρώντας εντελώς το κάψιμο. Μου έδειξαν την ταινία και τους είπα πως

ήταν φριχτή. Είχαν καταστρέψει την εικόνα που είχαμε πετύχει με τον Ρόμπερτ και ήταν πια αργά για να κάνουμε οτιδήποτε. Οι ίδιοι υποστήριξαν ότι το έκαναν για να με ευχαριστήσουν. Τους έπεισα να ξοδέψουν χρήματα και να μου δώσουν μια εβδομάδα για να ξανακάνω την ταινία όπως ήταν στην αρχή. Παραδέχτηκαν ότι ήταν λάθος τους. Και η ταινία επανήλθε στο κανονικό της».

«Το Εξπρές Του Σούγκαρλαντ»
(«Τhe Sugarland Εxpress» / 1974) του Στίβεν Σπίλμπεργκ

«Ο Σπίλμπεργκ είχε δει κάποια από τις ταινίες μου και αποφάσισε πως ήθελε να συνεργαστεί μαζί μου. Δεν είμαι σίγουρος αν η ταινία που είδε ήταν η Εντιμος Κυρία Και Ο Χαρτοπαίκτης ή το Οταν Ξέσπασε Η Βία ή και τα δύο, γιατί ο Σπίλμπεργκ έβλεπε πολύ σινεμά. Μου τηλεφώνησε και συναντηθήκαμε. Μου έδειξε την πρώτη του ταινία, το Duel. Το λάτρεψα. Μιλήσαμε περίπου μισή ώρα ακόμη για τις ταινίες, τα στυλ, το φως και νιώσαμε και οι δύο αμέσως πως θα μπορούσαμε να δουλέψουμε μαζί. Ηταν πολύ ενημερωμένος για το σινεμά, αν αναλογιστεί κανείς την τότε απειρία του».

Φωτογραφίζοντας σε ασπρόμαυρο

«Αν το ασπρόμαυρο δεν φωτογραφηθεί σωστά, είναι πολύ κακό. Με το χρώμα μπορείς πάντα να βρεις έναν τρόπο για να ξεπεράσεις τα προβλήματα. Δείτε τον Πολίτη Κέιν. Το κοντράστ και ο φωτισμός του είναι η πεμπτουσία της τέχνης της φωτογραφίας. Εμαθα φωτογραφία σε ασπρόμαυρο φιλμ και την πρώτη φορά που γύρισα σε χρώμα φώτισα ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που φώτιζα στο ασπρόμαυρο. Η πεμπτουσία της φωτογραφίας έχει να κάνει με το φως, όχι με το χρώμα».

«Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου»
(Close Encounters Of The Third Κind» / 1977) του Στίβεν Σπίλμπεργκ

«Στις Στενές Επαφές δοκιμάσαμε κάτι που δεν είχε ξαναγίνει. Μέχρι εκείνη τη στιγμή τα ειδικά εφέ κατασκευάζονταν πάνω σε άλλες πηγές και όχι στο φιλμ. Ετσι μπορούσες εύκολα να διακρίνεις τι είναι εφέ και τι όχι. Στις Στενές Επαφές γυρίσαμε όλα τα εφέ σε φιλμ 65 χιλιοστών, αλλά και πάλι η εικόνα δεν ήταν ομοιόμορφη σε σχέση με το φιλμ των 35 χιλιοστών. Για να το πετύχουμε συμπιέσαμε το 35άρι τόσο, ώστε να μοιάζει με 65άρι και έτσι, για πρώτη φορά, έβλεπες μια ταινία όπου τα ειδικά εφέ έμοιαζαν με αληθινά. Από την άλλη ήταν ένα γύρισμα που απαιτούσε πάρα πολλά φώτα - ειδικά για τη σκηνή του διαστημοπλοίου. Το στούντιο δεν ήθελε να ξοδέψει τόσα χρήματα. Η παραγωγή γκρίνιαζε συνέχεια. Επρεπε να παλέψουμε για να τους πείσουμε. Το στούντιο ήταν προβληματισμένο γιατί δεν ήξερε αν η ταινία θα πετύχει. Από την άλλη ήταν ένα φιλμ πολύ σημαντικό γι αυτούς, γιατί θα μπορούσε να τους βγάλει από τη φάση της χρεοκοπίας στην οποία βρίσκονταν. Τελικά τους έσωσε... Πίστεψα σε αυτήν την ταινία εξαρχής και πάλεψα πολύ γι αυτήν. Ηταν μια σπουδαία ιστορία.Ξεκίνησε σαν μια ταινία χαμηλού προϋπολογισμού αλλά ο Σπίλμπεργκ ερχόταν κάθε μέρα με καινούργιες μεγάλες ιδέες. Με κάποιο τρόπο ξέραμε πως η ταινία θα πετύχει».

«Ο Ελαφοκυνηγός»
(«Τhe Deer Ηunter» / 1978) του Μάικλ Τσιμίνο

«Νομίζω πως ο Ελαφοκυνηγός είναι η καλύτερη ταινία που έκανα ποτέ. Αλλά και η δουλειά όλων ήταν εξαιρετική. Οι ηθοποιοί ήταν απίστευτοι. Ημασταν τυχεροί να τους έχουμε όλους μαζί σε μια ταινία και δούλεψαν για πάρα πολύ λίγα χρήματα. Ο Μάικλ Τσιμίνο ήταν ένας υπέροχος σκηνοθέτης. Ηθελε τους χαρακτήρες να είναι ανθρώπινοι και αληθινοί. Ελεγε πάντοτε ότι όσοι δουλεύαμε στην ταινία ήμασταν σαν μουσικοί της τζαζ. Αυτοσχεδιάζαμε συνεχώς. Ηταν αξιοθαύμαστο να βλέπεις έναν σκηνοθέτη που έδινε την ελευθερία στους ηθοποιούς να προσθέσουν δικά τους πράγματα στην ταινία και το ίδιο έκανε και με εμένα.Ηθελε το καλύτερο αποτέλεσμα από μένα και μου έδωσε την ελευθερία για να το πετύχω. Είχα αμφιβολίες για πολλές σκηνές της ταινίας που τις συζήτησα με τον Μάικλ. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς θα λειτουργούσε η τελική σκηνή με όλους τους ηθοποιούς να τραγουδάνε το God Bless America. Τον ρώτησα αν του φαινόταν αρκετά μελοδραματικό. Μου είπε να περιμένω να δω τη σκηνή στην πρόβα, σίγουρος πως οι ηθοποιοί θα μου άλλαζαν τη γνώμη. Είχε δίκιο. Τώρα πια δεν μπορείς να δεις αυτή τη σκηνή χωρίς να κλάψεις. Θυμάμαι ακόμη τις σκηνές όπου ο Κρίστοφερ Γουόκεν πεθαίνει στην αγκαλιά του Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Σπάνια βλέπεις πια τέτοιο επίπεδο υποκριτικής. Ηταν σαν να βρίσκεσαι στην αληθινή ζωή. Παραβιάσαμε πολλούς κανόνες με αυτήν την ταινία. Η σκηνή του γάμου διαρκεί 35 λεπτά. Και είναι απλά δύο άνθρωποι που παντρεύονται. Το στούντιο δεν πίστεψε σε αυτή την σκηνή. Προσπαθούσαν να την κόψουν. Και μίσθωσαν έναν μοντέρ να δουλέψει κρυφά σε μια μικρότερη εκδοχή της ταινίας. Οταν ο Τσιμίνο το ανακάλυψε, απέλυσε τον μοντέρ».

«Τhe Rose» (1979)
του Μαρκ Ραϊντέλ

«Αυτή είναι μια από τις πιο αγαπημένες μου ταινίες. Ηταν η καλύτερη στιγμή του Μαρκ Ραϊντέλ. Είναι ένας καλός σκηνοθέτης ηθοποιών, η Μπέτι Μίντλερ είναι μια καταπληκτική τραγουδίστρια και η ερμηνεία της ως Τζάνις Τζόπλιν ήταν αξιοθαύμαστη. Ηταν μια από αυτές τις ταινίες, όλα τα κομμάτια της οποίας δούλεψαν σωστά. Οι ερμηνείες της στα τραγούδια ήταν σπουδαίες και οι σκηνές των κονσέρτων καταπληκτικές. Αποφασίσαμε με τον Μαρκ να χρησιμοποιήσουμε διαφορετικούς διευθυντές φωτογραφίας για τις σκηνές των ζωντανών εμφανίσεων της Τζόπλιν. Σκέφτηκα πως, αν είχαμε μαζί μας τους Οουεν Ρόιζμαν, Χάσκελ Γουέξλερ και τον Λάζλο Κόβακς, θα φτιάχναμε μια σπουδαία ταινία».

«Η Πύλη Της Δύσης»
(«Ηeavens Gate» / 1980) του Μάικλ Τσιμίνο

«Παρά την εξαιρετικά άσχημη φήμη που συνόδεψε την πραγματοποίηση της ταινίας, η αλήθεια είναι ότι δεν επικρατούσε χάος στα γυρίσματα. Ολα ήταν πολύ οργανωμένα. Ισως περισσότερο από όσο έπρεπε. Ο Τσιμίνο ήθελε να κάνει το αριστούργημά του. Δεν φρόντισε, όμως, να δαμάσει την ενέργεια και τα χρήματα που ήταν απαραίτητα για να γίνει αυτό το αριστούργημα. Δεν εξυπηρέτησε τους σκοπούς του στούντιο και μετά την πρώτη προβολή της ταινίας, όταν οι κριτικοί αποφάνθηκαν πως η ταινία δεν τους άρεσε, την έκοψαν. Δεν του έδωσαν ποτέ την ευκαιρία να ξαναμπεί στο μοντάζ και να δοκιμάσει ένα καινούργιο cut. Την έκοψαν μόνοι τους, καταστρέφοντας την ταινία. Αν ο Μάικλ είχε παραπάνω χρόνο και του είχε δοθεί η ευκαιρία, θα είχε μειώσει τη διάρκεια. Του κόστισε πολύ. Δεν κατάφερε ποτέ να το ξεπεράσει. Από την άλλη μερικοί σκηνοθέτες είναι γραπτό να κάνουν μόνο δύο ή τρία αριστουργήματα και μετά να χάνονται. Ο Τσιμίνο ίσως ήταν ένας από αυτούς».

Η ψηφιακή φωτογραφία είναι το μέλλον;

«Εκανα μερικά δοκιμαστικά πρόσφατα, για να καταλάβω γιατί όλοι είναι τόσο ενθουσιασμένοι με την ψηφιακή φωτογραφία. Μου άρεσαν. Τουλάχιστον όσον αφορά στο γύρισμα και στις δυνατότητες που σου δίνει μια ψηφιακή κάμερα. Μέχρι σήμερα έχω δει πολλές όμορφες ταινίες γυρισμένες ψηφιακά αλλά καμία που, όταν φτάνει στη μεγάλη οθόνη, να είναι πραγματικά σπουδαία. Αυτό που είναι ενδιαφέρον με την ψηφιακή τεχνολογία είναι ότι οι άνθρωποι που τη χρησιμοποιούν είναι πολύ νέοι, άπειροι διευθυντές φωτογραφίες. Ενας έμπειρος διευθυντής φωτογραφίας θα δώσει το ίδιο αποτέλεσμα, είτε γυρίζει με ψηφιακή κάμερα είτε με φιλμ. Δεν χρειάζομαι ψηφιακή κάμερα για να φωτογραφήσω μια ταινία μόνο με φυσικό φως. Μπορώ να το κάνω και με μια κάμερα που έχει φτιαχτεί πριν πενήντα χρόνια. Αυτό που πρέπει να ενδιαφέρει όλους μας είναι τι είδους ταινίες θέλουμε να κάνουμε. Αυτή είναι η ερώτηση που πρέπει να απαντήσει κάθε μελλοντικός κινηματογραφιστής».