Βιμ Βέντερς - Αμερικανός φίλος

04.06.2007
Με το DON Τ COME KNOCKING επιστρέφει στην αγαπημένη του μυθική χώρα, συνεργάζεται ξανά με τον Σαμ Σέπαρντ και... γιορτάζει τα πενήντα του χρόνια.

Με το DON Τ COME KNOCKING επιστρέφει στην αγαπημένη του μυθική χώρα, συνεργάζεται ξανά με τον Σαμ Σέπαρντ και... γιορτάζει τα πενήντα του χρόνια.

Συνέντευξη στον Λουκά Κατσίκα

Στο πέρασμα του χρόνου...«Κοιτάζοντας καμιά φορά στο παρελθόν, διαπιστώνω πόσο το αποκαλούμενο Νέο Γερμανικό Σινεμά θεμελιώθηκε τελικά πάνω σε πράξεις αυτόνομης καλλιτεχνικής έκφρασης. Δεν έμοιαζε με το γαλλικό Νέο Κύμα, όπου κοινές αισθητικές συνισταμένες έφεραν μια χούφτα δημιουργούς κοντά. Εμείς δεν είχαμε κάποια συγκεκριμένη γραμμή, ούτε κάποια συνεκτική θεωρία, μάλιστα σε πολλά πράγματα ήμασταν εντελώς αντίθετοι. Ο μοναδικός σκοπός που μοιραζόμασταν από κοινού με τον Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, τον Μπαρμπέτ Σρέντερ ή τον Βέρνερ Χέρτζογκ ήταν μια διάθεση να βοηθήσουμε την εγχώρια κινηματογραφία να υπερβεί το απίστευτο τέλμα στο οποίο είχε βρεθεί. Να σταματήσει πλέον να στεγάζει soft core πορνοταινίες και να αρχίσει να παράγει πια ταινίες που μετρούν».

Ρlay it again, Sam... «Υπήρξε μια άγραφη συμφωνία ανάμεσα στον Σαμ Σέπαρντ και σε μένα να μην επαναλάβουμε την υπέροχη συνεργασία που είχαμε στο Παρίσι, Τέξας, από φόβο μήπως καταστρέψουμε αυτό το πανέμορφο πράγμα που είχαμε δημιουργήσει. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι σε επίπεδο καλλιτεχνικής σχέσης προσπαθήσαμε να αποφύγουμε όσο μπορούσαμε περισσότερο ο ένας τον άλλο. Κάποια στιγμή, όμως, συνειδητοποιήσαμε πως είχαν περάσει κάπου είκοσι χρόνια από τότε που αποφασίσαμε να τηρήσουμε τις αποστάσεις μας. Και είκοσι χρόνια είναι, όπως και να το κάνεις, αρκετός καιρός. Γι αυτό και αποφασίσαμε να ξανασυναντηθούμε. Στην πορεία διαπιστώσαμε ότι, μιας και οι δυο δεκαετίες που προηγήθηκαν δεν φάνηκε να πρόσθεσαν κάτι σε επίπεδο σοφίας επάνω μας, θα μπορούσαμε να φανούμε λιγότερο σοβαροί με τη νέα ταινία. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο, το Dont Come Knocking αποτέλεσε μια πιο ανάλαφρη περίπτωση απ ότι το Παρίσι, Τέξας. Νομίζω ότι όσο μεγαλώνεις, όλο και περισσότερο ελαφραίνεις από τα πράγματα που σε βάραιναν όταν ήσουν νεότερος».

Αmerica, America... «Ποτέ δεν έκρυψα την αγάπη που τρέφω για αυτή τη χώρα. Από τον καιρό που μεγάλωνα, απορροφώντας τις εικόνες της μέσω του σινεμά, μέχρι την πρώτη στιγμή που την επισκέφτηκα, προέκυψε ένας μαγικός συνεκτικός κρίκος ανάμεσά μας. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο το ότι επέλεξα τις ΗΠΑ ως μόνιμη κατοικία μου και πως τα τελευταία χρόνια μένω μόνιμα με τη γυναίκα μου στο Λος Αντζελες. Με ρωτούν καμιά φορά τι είναι αυτό που μου αρέσει σε μια πόλη την οποία οι περισσότεροι δείχνουν να μην εκτιμούν καθόλου. Το Λος Αντζελες είναι για μένα ένας άδειος καμβάς στον οποίο ζωγραφίζουν καθημερινά καλλιτέχνες, μουσικοί, συγγραφείς- γιατί όλοι καταλήγουν κάποια στιγμή εκεί. Αν είσαι θερμός μουσικόφιλος, όπως εγώ, μπορείς να ακούσεις από κάντρι μέχρι τζαζ μουσική και όλα αυτά σε ελάχιστη απόσταση μεταξύ τους. Δεν είναι το ίδιο μέρος που είχα συναντήσει όταν είχα πρωτοπατήσει το πόδι μου στη δεκαετία του 70. Τότε έμοιαζε περισσότερο με επαρχιακή πόλη. Τώρα είναι μια τεράστια έκταση γεμάτη ευκαιρίες».

Το τέλος του ταξιδιού... «Το φιλμ αγγίζει την πραγματική ουσία στην καρδιά όλων των γουέστερν μύθων που είναι ο νόστος και η επιθυμία του ήρωα να αποκτήσει ένα σπίτι και να ανήκει επιτέλους κάπου. Ολοι εκείνοι οι μοναχικοί αναβάτες με τις ατέλειωτες περιπλανήσεις τους σε αχανείς εκτάσεις έφτασαν κάποια στιγμή να αναρωτηθούν πού ακριβώς θα τους οδηγήσει η διαδρομή. Πότε θα λάβει τέλος το ταξίδι... Με την ταινία μου δόθηκε από την άλλη η ευκαιρία να επισκεφτώ τις θρυλικές εκείνες περιοχές όπου γυρίστηκαν μερικά από τα πιο αγαπημένα μου γουέστερν. Εκεί διαπίστωσα μετά λύπης μου ότι σχεδόν τα πάντα έχουν μεταμορφωθεί σ' ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο, φορτωμένο κακόγουστα αναμνηστικά. Θλιβερό θέαμα, όμως, αυτή είναι για μένα η Αμερική που επιμένει να εμπορευματοποιεί και να εκμεταλλεύεται τα πάντα. Ακόμη και τους ίδιους της τους μύθους...»