Ματ Ντίλον - Η Επιστροφή Του Αταίριαστου

21.06.2007
Μετά από μία δεκαετία αμηχανίας, ο 41χρονος πλέον ηθοποιός ερμηνεύει έναν εμβληματικό συγγραφέα, δικαιώνοντας το ταλέντο του και όσους πιστεύουν ακόμα σε αυτό.

Μετά από μία δεκαετία αμηχανίας, ο 41χρονος πλέον ηθοποιός ερμηνεύει έναν εμβληματικό συγγραφέα, δικαιώνοντας το ταλέντο του και όσους πιστεύουν ακόμα σε αυτό.

Συνέντευξη στην Πόλυ Λυκούργου

Παρακολουθώντας το FACTOTUM σαστίζει κανείς με την αβίαστη άνεση του Ντίλον να τσαλακώνεται, αφήνοντας τον αυτοσαρκασμό του να κόβει βόλτες στο ληθαργικό του βλέμμα, ή στις αργόσυρτα ερμηνευμένες ατάκες ανελέητου κατάμαυρου χιούμορ του «καταραμένου» Αμερικανού συγγραφέα Τσαρλς Μπουκόφσκι. Το πάλαι ποτέ Αταίριαστο αγόρι-σύμβολο των 80s σαραντάρισε, αποτίναξε τις ταμπέλες που τον ήθελαν αναλώσιμα επαναστάτη ζεν πρεμιέ, χαλάρωσε και απέκτησε μια νέα ηρεμία στην ερμηνεία του. Και πάλι όμως, γιατί ο Ντίλον στο ρόλο του Μπουκόφσκι; «Οταν ο Μπεντ (Χάμερ, ο σκηνοθέτης) μου το πρότεινε τρόμαξα. Του είπα ότι δεν μοιάζουμε καθόλου εμφανισιακά. Εκείνος επέμενε. Αποφάσισα να επικοινωνήσω με την Λίντα, τη γυναίκα του Μπουκόφσκι. Θα είσαι ένας υπέροχος Χανκ, μου είπε. Αυτό μου έδωσε κουράγιο και έμπνευση. Δε με αφορούσε καμία στείρα μίμηση. Ανέτρεξα πάλι στα βιβλία του που διάβαζα από τα 20 μου χρόνια. Στις συνεντεύξεις και στην ποίησή του. Στοίχημά μου ήταν να συλλάβω την ουσία αυτού του ανθρώπου».

Εκανε πολλά περισσότερα. Απέδωσε το χιούμορ στη θλίψη του χαρακτήρα και τη μελαγχολία στην ωμότητά του. «Υπάρχει μία παρεξήγηση για τον Μπουκόφσκι. Αν κανείς διαβάσει προσεχτικά το έργο του θα διακρίνει την τρυφερότητά του. Την ευάλωτη πλευρά του - αποτέλεσμα του ψυχολογικού τραύματος που κουβαλούσε από μικρό παιδί που τον κακοποιούσε ο πατέρας του. Επίσης, οι περισσότεροι πιστεύουν ότι ήταν ρεμάλι. Βρώμικος και τεμπέλης. Στην πραγματικότητα ήταν πολύ καθαρός. Δεν ήταν καλοντυμένος, γιατί δεν τον ενδιέφεραν τα υλικά πράγματα, οπότε ούτε και τα ρούχα. Αλλά ήταν πολύ τακτικός και δεν τον αφορούσε καθόλου η χίπικη κουλτούρα της εποχής του. Δεν ήταν περιθωριακός. Ηθελε ο κόσμος να διαβάσει τα έργα του. Ηθελε να πετύχει. Δεν ήταν αυτοκτονικός. Δεν ένιωθε αυτολύπηση. Ηταν άνετος με τον πόνο του».

Παρακολουθώντας τον τρόπο με τον οποίο απαντάει ο Ματ Ντίλον στις ερωτήσεις σαστίζει κανείς με την ηρεμία του. Ανεση απροβάριστη, άποψη σίγουρη, χωρίς να πολεμά να επιβληθεί, πραότητα σαν παράσημο που φέρνουν τα χρόνια. Αλλά και διαολεμένο χιούμορ. Γεμίζοντας το ποτήρι του για τρίτη φορά με αδιευκρίνιστο περιεχόμενο, σηκώνει το φρύδι. «Καφές είναι», γελάει. «Δεν μπήκα τόσο βαθιά στο πετσί του ρόλου». Τον ρωτάμε αν, όμως, είχαν προηγηθεί κάποια χρόνια... προσωπικής έρευνας στο θέμα. «Πιστεύω ότι οι καλλιτέχνες πρέπει να ζουν στον κόσμο και όχι σε απομόνωση. Οταν έμενα στο Παρίσι, δεν επέστρεφα ποτέ σπίτι, πριν από το ξημέρωμα. Μου έχει κάνει καλό το ότι κάποτε τέσταρα τα όριά μου. Είναι όμως επικίνδυνο να πιστεύουν οι καλλιτέχνες ότι θα δημιουργήσουν το καλύτερό τους έργο αν πιουν μια κάσα μπύρες, επειδή έτσι έκανε ο Μπουκόφσκι, ο Γουίλιαμ Μπάροουζ ή ο Κιθ Ρίτσαρντς. Υπάρχουν νεκροταφεία γεμάτα από ανθρώπους που σκέφτονταν έτσι».

Παρακολουθώντας τον Χένρι Τσινάσκι (ήρωα και alter ego του Μπουκόφσκι) να επιμένει σε δουλειές του ποδαριού για να αφοσιώνεται πλήρως στο γράψιμο, αναρωτιόμαστε αν και ο Ντίλον κατάλαβε τον ήρωά του γιατί μοιράζονται το ίδιο πάθος για την τέχνη τους. «Πιστεύω ότι ο ηθοποιός πρέπει να υπηρετεί την ιστορία. Οπότε βλέπω τον εαυτό μου ως εργάτη. Εχω αρχές και αξιοπρέπεια. Εχω αρνηθεί πράγματα που θα ενθουσίαζαν άλλους, αλλά εγώ ξέρω ότι δεν θα μπορούσα να κοιμηθώ τα βράδια. Οχι ότι δεν έχω κάνει αποτυχίες. Αλλά τουλάχιστον ξέρω ότι οι προθέσεις μου ήταν καλές».

«Αταίριαστος» επίλογος... «Μου άρεσε το Μπάρφλαϊ. Στον Μπουκόφσκι δεν άρεσε. Εγώ αγαπώ ιδιαίτερα την ταινία. Πρώτα απ όλα γιατί παίζει ο Μίκι. Του έχω ιδιαίτερη αδυναμία, από τότε που παίξαμε τα αδέλφια στον Αταίριαστο τον θεωρώ αδελφό. Και χαίρομαι ιδιαίτερα, γιατί επανήλθε. Ολοι δικαιούμαστε μία δεύτερη ευκαιρία. Ειδικά στα όνειρά μας».