Εννέα

18.12.2009
Ο διάσημος σκηνοθέτης Γκουίντο Κοντίνι προσπαθεί να βρει την αρμονία ανάμεσα στην επαγγελματική και την προσωπική του ζωή, ενώ βρίσκεται αντιμέτωπος με τις γυναίκες της ζωής του: την σύζυγό του, την ερωμένη του, την μούσα του, την ατζέντισσα και την μητέρα του.

Έξι βραβευμένοι με Όσκαρ ηθοποιοί (ο Ντάνιελ Ντέι Λούις έχει μάλιστα δύο) ένα επιτυχημένο μιούζικαλ και το θρυλικό «8 ½» του Φελίνι στο μπακράουντ. Κι όμως η ταινία πάσχει από ρυθμό (τι χειρότερο για μιούζικαλ) τα χορευτικά θυμίζουν Μπομπ Φόσι και η πλοκή είναι αδύναμη. Υπάρχουν βέβαια και τα θετικά: μια προσεγμένη φαντασμαγορική παραγωγή, πολύ καλή μουσική, λάμψη και η ενδιαφέρουσα ιδέα για τον άνθρωπο που έχει εγκλωβιστεί στον ίδιο τον εαυτό του.


Βασισμένο στο ομότιτλο μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ (ανέβηκε το 1982 και κέρδισε πέντε βραβεία Τόνι) που με τη σειρά του βασίστηκε στο «8 ½» του Φελίνι, το «Εννέα» επαναφέρει την ξεχασμένη ιδέα του καλλιτέχνη που αντιμετωπίζει την «κρίση του λευκού χαρτιού». Δεν μπορεί δηλαδή ούτε καν να αρχίσει το σενάριο της ταινίας του. ‘Έχει στερέψει δημιουργικά, καθώς παραγωγοί, ηθοποιοί και συνεργάτες περιμένουν το σύνθημά του για να αρχίσουν τα γυρίσματα.


Στα μέσα της δεκαετίας του 60, στο στούντιο της Cinecitta, ο Γκουίντο (Ντέι Λούις) ονειρεύεται την ίδια τη ζωή του που του ξεφεύγει. Η σύζυγός του (Κοτιγιάρ) δεν αντέχει πια τις αλλεπάλληλες απιστίες του, η ερωμένη του (Κρουζ) απαιτεί μεγαλύτερο μερίδιο στη ζωή του, η ηθοποιός-μούσα του (Κίντμαν) περιμένει μια ουσιαστικότερη σχέση μαζί του. Ρόλο ψυχαναλυτή και φίλου παίζει η ενδυματολόγος των ταινιών του (Ντεντς), ενώ το φάντασμα της μητέρας του (Λόρεν) του υπενθυμίζει συνεχώς το παρελθόν του. Και μέσα σ΄ αυτόν τον γυναικωνίτη (ακόμη και η Φέργκι επιστρατεύεται σε μια σκηνή ερωτική μύησης) ο Γκουίντο ασφυκτιά αλλά και δεν μπορεί να ζήσει διαφορετικά. Η πορεία του είναι μια κάθοδος στον προσωπικό Άδη, μια συνειδησιακή μάχη από την οποία κανείς δεν βγαίνει νικητής.


Για τους θαυμαστές του «8 ½» ας πω αμέσως να μην περιμένουν πολλά και να μην συγκρίνουν τις δυο ταινίες. Άλλο Φελίνι, άλλο Μάρσαλ. Ο υποψήφιος για Όσκαρ σκηνοθέτης και χορογράφος που έλαμψε με το «Σικάγο» δεν είχε εξάλλου σκοπό να κάνει το ριμέικ της ταινίας του Φελίνι. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν η αστραφτερή επιφάνεια της δεκαετίας του 60, που ούτως ή άλλως έχει το δικό της βάρος και στην πραγματικότητα μένει έξω από την υπόθεση του «Εννέα».


Το ίδιο το μιούζικαλ που μεταφέρει όμως μένει ανολοκλήρωτο. Αν στο «Σικάγο» τα πάντα είχαν επεξεργαστεί και ενσωματωθεί ως στοιχεία μιας πλήρους κινηματογραφικότητας, εδώ νομίζεις ότι έχουν χαθεί οι συνδέσεις. Μουσική, τραγούδια, ερμηνείες, σενάριο και σκηνοθεσία βρίσκονται σε διαφορετικά μήκη κύματος.