Είδαμε την τετράωρη Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθινού (****)

21.02.2014
Το να αναμετρηθεί κάποιος σκηνοθέτης με την Ιλιάδα είναι σαν να παίζει ρώσικη ρουλέτα. Το έπος αυτό του Ομήρου είναι στριφνό, γεμάτο μάχες, αμέτρητα ονόματα και αριστεία, γεμάτο αμέτρητα πτώματα.... Νικητής και ηττημένος δεν υπάρχει, ο μεγάλος επικός ποιητής καν δεν παίρνει το μέρος κάποιου από τα δυο μέρη. Απλώς αφηγείται την ιστορία και τα νοήματα «ανθίζουν» από μόνα τους.

Ποιος είναι σήμερα ο ήρωας και τι σημαίνει ηρωισμός; Πόσο μπορεί να αντέξει κανείς την επερχόμενη απώλεια; Γιατί η εμφύλια σύγκρουση αποδείχθηκε τόσο ελληνικό φαινόμενο; Πόση καταστροφή και πόσο θυμό μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος;

Ο Στάθης Λιβαθινός πήρε εκ προοιμίου ένα τεράστιο ρίσκο και αυτό του βγήκε σε καλό γιατί κατάφερε να μας χαρίσει μία στιβαρή τετράωρη παράσταση (η παράσταση που ανέβηκε στο Θέατρο χώρα έχει κατά μία ώρα μειωμένη διάρκεια συγκριτικά με αυτή που ανέβηκε στο Ελληνικό Φεστιβάλ) γεμάτη από τον ομηρικό λόγο. Η σκηνοθεσία του ανέδειξε για ακόμη μια φορά ότι διαθέτει ένα απαράμιλλο ταλέντο προσέγγισης των κλασικών κειμένων κάθε είδους.



Στηρίχθηκε πάνω στην εξαιρετικά άμεση και ζωντανή μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη και είχε τη σοφία να αφήσει το λόγο αυτό να πρωταγωνιστήσει και ακουστεί ξεκάθαρα, χωρίς ιδιαίτερες τυμπανοκρουσίες δίνοντας -απλώς- εμπνευσμένες λύσεις τις κατάλληλες στιγμές και χαρίζοντάς μας μοναδικές εικόνες επικούς...κάλλους.

Σύμμαχοί του σ΄αυτήν την προσπάθεια το βιομηχανικό-μιλιταριστικό σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου, καθώς και η ζωντανά εκτελεσμένη μουσική του Λάμπρου Πηγούνη ήταν ιδανική. Θα είχε ωστόσο ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον αν η μουσική ήταν παρούσα στο αφηγημηματικό μέρος της παράστασης δίνοντας τον ρυθμό στην εκφορά του λόγου των ερμηνευτών, καθώς θα μας έφερνε και πιο κοντά και ετυμολογικά στην έννοια της ραψωδίας (ραψωδία= ράπτω + ωδή).

Μοναδική μας ένσταση ως προς τη σκηνοθετική προσέγγιση ήταν το γεγονός ότι δεν υπήρχε εμφανής διάκριση ανθρώπων θεών, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να επικρατεί σύγχυση του ποιος είναι ποιος. Και ναι μεν στο ομηρικό έπος, οι θεοί είναι αυτοί που καθορίζουν τη μοίρα των ηρώων, έχουν ανθρώπινες αδυναμίες μέσα στη αθανασία τους, γι΄αυτό και συμμετέχουν στον πόλεμο κανονικά, όμως αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει στον Ομηρο την πλήρη εξίσωσή τους με το ανθρώπινο γένος.


Όλοι οι ηθοποιοί έφεραν αξιοπρεπώς εις πέρας τους ρόλους τους και ανταποκρίθηκαν σε ένα μεγάλο ποσοστό στο βάρος που αυτοί έφεραν. Ξεχωρίσαμε τους εξαιρετικούς στις ερμηνείες τους Δημήτρη Ημελλο στο ρόλο του Αγαμέμνονα, καθώς κατάφερε να ισορροπήσει αριστοτεχνικά σε όλες τις ψυχολογικές διακυμάνσεις του μεγάλου στρατηγού των Αχαιών, αλλά και τον Αρη Τρουπάκη στο ρόλο του Έκτορα, καθώς εξέπεμψε ξεκάθαρα το δυναμισμό και το μεγαλείο ενός καθαρόαιμου επικού ήρωα.

Η Μαρία Σαββίδου στους πολλαπλούς της ρόλους ήταν άνιση και ενώ πολλές στιγμές μας συνέπαιρνε, μας ξένιζε που δεν έκανε κανένα διαχωρισμό ανάμεσα στο υποκριτικό και το αφηγηματικό κομμάτι της ερμηνείας της.



«Οι Τρώες», το ποίημα του Καβάφη υπήρξε ένα εύστοχο και στο έπακρο επεξηγηματικό, αλλά και ακραία διδακτικό επιμύθιο. Έδεσε μεν αρμονικά με το λόγο του Ομήρου και αποτέλεσε την ιδανική γέφυρα ανάμεσα σε δύο τελείως διαφορετικές εποχές, ωστόσο μετά από μια τόσο χορταστική παράσταση, με πλήθος νοημάτων να έχουν κατακλύσει μυαλό μας, ίσως ένα πιο ασαφές, στην ευχέρεια του θεατή τέλος, θα ήταν πιο λυτρωτικό και κατάλληλο. Άλλωστε η μαγεία των μεγάλων έργων έγκειται κυρίως στις πολλαπλές ερμηνείες και συναισθήματα που έχουν τη δυνατότητα να προκαλούν.

Τελικά άξιζε τον κόπο να παρακολουθήσουμε επί τέσσερις ώρες την Ιλιάδα στο Θέατρο Χώρα; Ναι και με το παραπάνω. Άπαντες (και κυρίως όσοι έχουμε φιλολογικό παρελθόν) νιώσαμε πως κάναμε ένα γρήγορο μεν περιεκτικό δε φυλλομέτρημα και των 24αρων ραψωδιών. Και η ουσιαστική επαφή με τέτοια κείμενα, όσο επίπονη και αν είναι, μόνο θετικά μπορεί να αξιολογηθεί.

Γεωργία Οικονόμου

[email protected]